
Τελωνειακοί έλεγχοι: η ανεπαρκής εναρμόνιση βλάπτει τα οικονομικά συμφέροντα της ΕΕ
Τι πραγματεύεται η έκθεση:
Στο πλαίσιο της τελωνειακής ένωσης της ΕΕ, η ενιαία εφαρμογή των τελωνειακών ελέγχων από τα κράτη μέλη είναι απαραίτητη προκειμένου να αποτρέπεται το φαινόμενο της στόχευσης, από δόλιους εισαγωγείς, συνοριακών σημείων εισόδου με χαμηλότερο επίπεδο ελέγχων. Ο ενωσιακός τελωνειακός κώδικας, απαιτεί από την Επιτροπή να λάβει τα αναγκαία μέτρα προκειμένου να διασφαλίσει ότι τα κράτη μέλη διενεργούν με ενιαίο τρόπο τους τελωνειακούς ελέγχους. Για την επίτευξη αυτού του στόχου, η Επιτροπή εξέδωσε πρόσφατα την εκτελεστική απόφαση για τον καθορισμό κοινών κριτηρίων και προτύπων δημοσιονομικού κινδύνου, η οποία συνοδεύεται από κατευθυντήριες οδηγίες που εγκρίθηκαν από τα κράτη μέλη. Τα δύο αυτά έγγραφα συναποτελούν το πλαίσιο τελωνειακών χρηματοοικονομικών κινδύνων.
Στο πλαίσιο του εν προκειμένω ελέγχου, αξιολογήσαμε, αφενός, κατά πόσον η ανωτέρω αναφερόμενη απόφαση και οι σχετικές κατευθυντήριες οδηγίες της Επιτροπής σχεδιάστηκαν κατά τρόπο που να διασφαλίζει την κατ' εναρμονισμένο τρόπο επιλογή των διασαφήσεων εισαγωγής που θα υποβάλλονταν σε ελέγχους και, αφετέρου, τον τρόπο με τον οποίο τα κράτη μέλη τις εφάρμοζαν.
Καταλήξαμε στο συμπέρασμα ότι η εφαρμογή του νέου πλαισίου τελωνειακών χρηματοοικονομικών κινδύνων συνιστά σημαντικό βήμα προς την κατεύθυνση της ενιαίας εφαρμογής των ελέγχων. Ωστόσο, ο σχεδιασμός του πλαισίου δεν διασφαλίζει επαρκώς ότι τα κράτη μέλη επιλέγουν με εναρμονισμένο τρόπο τους ελέγχους. Επιπλέον, τα κράτη μέλη εφαρμόζουν την απόφαση και τις κατευθυντήριες οδηγίες με διαφορετικούς τρόπους.
Συνιστούμε στην Επιτροπή να ενισχύσει την ενιαία εφαρμογή των τελωνειακών ελέγχων, καθώς και να αναπτύξει και να υλοποιήσει ολοκληρωμένη ικανότητα ανάλυσης και συντονισμού σε επίπεδο ΕΕ. Για την πραγματοποίηση προόδου είναι αναγκαία η στήριξη και, κατά περίπτωση, η έγκριση των κρατών μελών.
Ειδική έκθεση του ΕΕΣ, υποβαλλόμενη δυνάμει του άρθρου 287, παράγραφος 4, δεύτερο εδάφιο, ΣΛΕΕ.
Σύνοψη
IΗ τελωνειακή ένωση της ΕΕ μετρά περισσότερο από μισό αιώνα. Η ΕΕ έχει αποκλειστική αρμοδιότητα για τη θέσπιση νομοθεσίας στον τελωνειακό τομέα, ενώ τα κράτη μέλη είναι υπεύθυνα για την εφαρμογή της, συμπεριλαμβανομένης της διενέργειας τελωνειακών ελέγχων. Οι τελωνειακές αρχές των κρατών μελών διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο στην επίτευξη ισορροπίας μεταξύ, αφενός, της ανάγκης για διευκόλυνση του εμπορίου, με την εφαρμογή ταχύτερων και απρόσκοπτων διαδικασιών εισαγωγής, και, αφετέρου, της ανάγκης διενέργειας τελωνειακών ελέγχων. Το 2019, οι εισπραχθέντες τελωνειακοί δασμοί ανήλθαν σε 21,4 δισεκατομμύρια ευρώ, ποσό που αντιστοιχεί στο 13 % των εσόδων του προϋπολογισμού της ΕΕ.
IIΗ ενιαία εφαρμογή των τελωνειακών ελέγχων από τα κράτη μέλη είναι απαραίτητη προκειμένου να αποτρέπεται το φαινόμενο της στόχευσης, από δόλιους εισαγωγείς, συνοριακών σημείων εισόδου με χαμηλότερο επίπεδο ελέγχων. Η βασική πράξη της τελωνειακής νομοθεσίας της ΕΕ, ο ενωσιακός τελωνειακός κώδικας, απαιτεί από την Επιτροπή να λάβει τα αναγκαία μέτρα, αρχής γενομένης από το 2016, προκειμένου να διασφαλίσει ότι τα κράτη μέλη διενεργούν τους τελωνειακούς ελέγχους κατά τρόπο ενιαίο. Για την επίτευξη αυτού του στόχου, η Επιτροπή εξέδωσε το 2018 την εκτελεστική απόφαση για τον καθορισμό «κοινών κριτηρίων και προτύπων δημοσιονομικού κινδύνου» («απόφαση FRC»), προκειμένου να εναρμονίσει τον τρόπο με τον οποίο τα κράτη μέλη επιλέγουν τις εισαγωγές που υποβάλλουν σε ελέγχους. Η εν λόγω απόφαση συνοδεύεται από κατευθυντήριες οδηγίες, οι οποίες εγκρίθηκαν από τα κράτη μέλη το 2019. Τα δύο αυτά έγγραφα (η απόφαση FRC και το έγγραφο καθοδήγησης) συναποτελούν το πλαίσιο τελωνειακών χρηματοοικονομικών κινδύνων. Η απόφαση για τη διενέργεια του εν προκειμένω ελέγχου ελήφθη υπό το πρίσμα της θέσπισης αυτού του νέου κανονιστικού πλαισίου.
IIIΑξιολογήσαμε, αφενός, κατά πόσον ο σχεδιασμός του προαναφερόμενου πλαισίου που ανέπτυξε η Επιτροπή προκειμένου να εφαρμοστεί στα κράτη μέλη διασφάλιζε την κατ' εναρμονισμένο τρόπο επιλογή των διασαφήσεων εισαγωγής που θα υποβάλλονταν σε ελέγχους και, αφετέρου, τον τρόπο με τον οποίο τα κράτη μέλη εφάρμοζαν το εν λόγω πλαίσιο. Η εφαρμογή της απόφασης FRC και των συναφών κατευθυντήριων οδηγιών συνιστά σημαντικό βήμα προς τη διενέργεια των τελωνειακών ελέγχων με ενιαίο τρόπο. Ωστόσο, ο σχεδιασμός του πλαισίου δεν διασφαλίζει επαρκώς ότι τα κράτη μέλη επιλέγουν με εναρμονισμένο τρόπο τους ελέγχους στους οποίους υποβάλλουν τις διασαφήσεις εισαγωγής. Επιπλέον, τα κράτη μέλη εφαρμόζουν το πλαίσιο με διαφορετικούς τρόπους.
IVΗ έννοια του κινδύνου δεν ορίζεται ικανοποιητικά στην απόφαση FRC, η οποία επίσης δεν είναι επαρκώς λεπτομερής. Ακόμη, διαπιστώσαμε ότι το πλαίσιο στερείται σημαντικών χαρακτηριστικών, συμπεριλαμβανομένων των εξής: ανάλυσης σε επίπεδο ΕΕ, βάσει δεδομένων προερχόμενων από το σύνολο των εισαγωγών της ΕΕ, κατάλληλων τεχνικών εξόρυξης δεδομένων και κατάλληλων μεθόδων αντιμετώπισης των χρηματοοικονομικών κινδύνων για τις εισαγωγές στο πλαίσιο του ηλεκτρονικού εμπορίου. Επιπλέον, δεν προβλέπει ικανοποιητικές ρυθμίσεις για την παρακολούθηση και την επανεξέταση της εφαρμογής του.
VΤα κράτη μέλη έχουν αρχίσει να εφαρμόζουν το πλαίσιο της Επιτροπής, κυρίως αντιστοιχίζοντας τα κριτήρια που χρησιμοποιούσαν προηγουμένως προκειμένου να στοχεύουν τις ύποπτες εισαγωγές («προφίλ κινδύνου») με τα κριτήρια που προβλέπονται στην απόφαση. Ωστόσο, στην περίπτωση των κρατών μελών στα οποία πραγματοποιήσαμε επίσκεψη, η εφαρμογή της απόφασης FRC δεν έχει μεταβάλει ουσιαστικά τις διαδικασίες επιλογής των ελέγχων τους. Διαπιστώσαμε ότι τα κράτη μέλη δεν ερμήνευαν τις ενδείξεις κινδύνου με τον ίδιο τρόπο, με αποτέλεσμα την εφαρμογή διαφορετικών κριτηρίων για την επιλογή των εισαγωγών που υποβάλλουν σε ελέγχους. Επίσης, επισημάναμε ότι τα κράτη μέλη αντάλλασσαν μεταξύ τους ελάχιστες πληροφορίες σχετικά με τους εισαγωγείς που κρίνονταν ότι παρουσίαζαν επικινδυνότητα, κάτι που υπονομεύει την αποτελεσματικότητα και την εναρμόνιση των διαδικασιών επιλογής ελέγχων.
VIΒάσει του πλαισίου αυτού, τα κράτη μέλη μπορούν να μειώνουν τον αριθμό των συνιστώμενων ελέγχων σε συνέχεια της ανάλυσης κινδύνου σε επίπεδο εφικτό, δεδομένων των περιορισμών σε επίπεδο πόρων. Διαπιστώσαμε ότι τα κράτη μέλη δεν εφάρμοζαν παρόμοιες διαδικασίες για τη μείωση του αριθμού των ελέγχων, με αποτέλεσμα διαφορετικές εθνικές πρακτικές για την αντιμετώπιση παρεμφερών κινδύνων. Ακόμη, επισημάναμε ότι ορισμένα κράτη μέλη δεν υπέβαλλαν το σύνολο των διασαφήσεων σε αυτοματοποιημένη ανάλυση κινδύνου, όπως προβλέπει η απόφαση FRC.
VIIΣυνιστούμε στην Επιτροπή να ενισχύσει την ενιαία εφαρμογή των τελωνειακών ελέγχων, καθώς και να αναπτύξει και να υλοποιήσει ολοκληρωμένη ικανότητα ανάλυσης και συντονισμού σε επίπεδο ΕΕ.
Εισαγωγή
Η σημασία της τελωνειακής ένωσης είναι μεγάλη για το εμπόριο και τα έσοδα της ΕΕ
01Το 2018, η ΕΕ εόρτασε την 50ή επέτειο της τελωνειακής ένωσης. Ακρογωνιαίος λίθος της τελωνειακής ένωσης είναι η κατάργηση των τελωνειακών δασμών και των λοιπών περιορισμών στο εμπόριο μεταξύ των συμμετεχουσών χωρών και η επιβολή κοινών τελωνειακών δασμών στις εισαγωγές από τρίτες χώρες. Πρόκειται για τομέα αποκλειστικής αρμοδιότητας της ΕΕ1, η οποία χαράσσει ως επί το πλείστον την τελωνειακή πολιτική και εγκρίνει την τελωνειακή νομοθεσία. Ωστόσο, κατ' εξοχήν αρμόδια για την εφαρμογή της τελωνειακής νομοθεσίας, συμπεριλαμβανομένης της είσπραξης των τελωνειακών δασμών για λογαριασμό της ΕΕ και της διενέργειας τελωνειακών ελέγχων, είναι τα κράτη μέλη2.
02Η ΕΕ εξαρτάται από την αποδοτική κυκλοφορία των εμπορευμάτων προς και από την τελωνειακή ένωση. Σύμφωνα με τα πλέον πρόσφατα διαθέσιμα στατιστικά στοιχεία3, το 2019, το σύνολο των εισαγωγών και εξαγωγών της ΕΕ ανήλθε σε περίπου 4 τρισεκατομμύρια ευρώ (ποσό που αντιστοιχεί περίπου στο 25 % του ΑΕΠ της ΕΕ). Αυτό καταδεικνύει τον αντίκτυπο του διεθνούς εμπορίου στην οικονομική δραστηριότητα της ΕΕ, καθώς και τη σημασία της τελωνειακής ένωσης. Στο γράφημα 1 παρουσιάζονται οι σημαντικότερες χώρες καταγωγής των εισαγωγών της ΕΕ και τα κυριότερα εισαγόμενα εμπορεύματα.
Γράφημα 1
Εισαγωγές εμπορευμάτων στην ΕΕ το 2019: οι κύριες χώρες που εξάγουν στην ΕΕ
Πηγή: Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο (ΕΕΣ), βάσει στοιχείων της Eurostat από τη βάση δεδομένων Comext, σύνολο δεδομένων «EU Trade Since 1988 by HS2, 4, 6 and CN8 (DS-045409)».
Επιπλέον, οι τελωνειακοί δασμοί επί των εισαγωγών αποτελούν σημαντική πηγή εσόδων του προϋπολογισμού της ΕΕ. Το 2019 ανήλθαν σε 21,4 δισεκατομμύρια ευρώ (13 % του συνόλου). Στο γράφημα 2 παρουσιάζονται οι αξίες των εισαγωγών των κρατών μελών το 2019, οι δασμοί που αποδόθηκαν στον προϋπολογισμό της ΕΕ και το 20 % που παρακρατήθηκε για την κάλυψη των εξόδων είσπραξης.
Γράφημα 2
Εισαγωγές της ΕΕ και δασμοί που εισπράχθηκαν το 2019
Πηγές: Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο (ΕΕΣ), βάσει στοιχείων της Eurostat από τη βάση δεδομένων Comext, σύνολο δεδομένων «EU Trade Since 1988 by HS2, 4, 6 and CN8 (DS-045409)»· ετήσιοι λογαριασμοί της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το οικονομικό έτος 2019.
Η ανάλυση κινδύνου και η διενέργεια των τελωνειακών ελέγχων με ενιαίο τρόπο είναι ουσιαστικής σημασίας για την αποτελεσματική είσπραξη των εισαγωγικών δασμών
04Οι τελωνειακές αρχές των κρατών μελών είναι αρμόδιες για την είσπραξη των τελωνειακών δασμών, των ειδικών φόρων κατανάλωσης και του φόρου προστιθέμενης αξίας (ΦΠΑ) που εισπράττονται κατά την εισαγωγή. Παράλληλα, επιδιώκουν μια σειρά άλλων στόχων, όπως η βελτίωση της εσωτερικής ασφάλειας στην ΕΕ, η προστασία της από το αθέμιτο και παράνομο εμπόριο και η προστασία του περιβάλλοντος. Η καταπολέμηση της τρομοκρατίας αποτελεί πλέον επίσης προτεραιότητα των τελωνειακών αρχών.
05Για τις τελωνειακές αρχές αποτελεί πρόκληση η επίτευξη της ενδεδειγμένης ισορροπίας μεταξύ, αφενός, της ανάγκης να διευκολυνθεί το εμπόριο, με τη εφαρμογή ταχύτερων και ομαλών διαδικασιών εισαγωγής, και, αφετέρου, της ανάγκης διενέργειας τελωνειακών ελέγχων, λαμβανομένων υπόψη των διαθέσιμων πόρων στις αντίστοιχες χώρες. Στο πλαίσιο προηγούμενου ελέγχου4 διαπιστώσαμε την ύπαρξη αντικινήτρου για τη διενέργεια τελωνειακών ελέγχων από τα κράτη μέλη. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι τα κράτη μέλη που διενεργούν τελωνειακούς ελέγχους συχνά καταλήγουν να υφίστανται τις οικονομικές επιπτώσεις της δράσης τους, εάν δεν κατορθώσουν να εισπράξουν από τους εισαγωγείς τα οφειλόμενα ποσά. Τα κράτη μέλη που δεν διενεργούν τέτοιους ελέγχους είναι πιθανό να μην υποστούν καμία συνέπεια. Για να βελτιστοποιήσουν τις δραστηριότητές τους, οι εισαγωγείς είναι δυνατό να προτιμούν σημεία εισόδου όπου διενεργούνται λιγότεροι τελωνειακοί έλεγχοι.
06Στον ενωσιακό τελωνειακό κώδικα (ΕΤΚ)5, ο «κίνδυνος»6 ορίζεται ως «η πιθανότητα και ο αντίκτυπος συμβάντος (…), οι οποίοι: α) θα παρεμπόδιζαν την ορθή εφαρμογή των ενωσιακών ή εθνικών μέτρων, β) θα έθεταν σε κίνδυνο τα δημοσιονομικά συμφέροντα της Ένωσης και των κρατών μελών της ή γ) θα αποτελούσαν απειλή για την ασφάλεια και προστασία της Ένωσης και των κατοίκων της, για την υγεία των ανθρώπων, των ζώων ή των φυτών, για το περιβάλλον ή τους καταναλωτές». Χρηματοοικονομικοί κίνδυνοι είναι εκείνοι που αποτελούν απειλή για τα οικονομικά συμφέροντα της ΕΕ και των κρατών μελών της.
07Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Τελωνείων (ΠΟΤ) αναφέρει στη συλλογή του πρακτικών διαχείρισης κινδύνων ότι, για τον προσδιορισμό του βαθμού επικινδυνότητας, πρέπει να διενεργείται ανάλυση της πιθανότητας επέλευσης του κινδύνου, των πιθανών συνεπειών και του μεγέθους του7. Ως ανάλυση κινδύνου νοείται η συστηματική χρήση των διαθέσιμων πληροφοριών για τον προσδιορισμό της συχνότητας εμφάνισης συγκεκριμένων κινδύνων, καθώς και του μεγέθους των πιθανών συνεπειών τους. Η εν λόγω ανάλυση διαδραματίζει καίριο ρόλο στην αξιολόγηση του τρόπου διάθεσης των περιορισμένων πόρων των τελωνειακών αρχών προκειμένου να μεγιστοποιηθεί η κάλυψη των κινδύνων, συμπεριλαμβανομένων των χρηματοοικονομικών, μέσω των τελωνειακών ελέγχων.
08Οι τελωνειακοί έλεγχοι μπορεί να διαφοροποιούνται όσον αφορά τις εξής πτυχές τους:
- τον χρονισμό: οι έλεγχοι κατά (ή πριν από) τη θέση σε ελεύθερη κυκλοφορία διενεργούνται πριν από τον εκτελωνισμό κατά την εισαγωγή, ενώ οι εκ των υστέρων έλεγχοι έπονται του εκτελωνισμού, με αποτέλεσμα να διαταράσσουν λιγότερο τις εμπορικές ροές·
- το είδος: οι έλεγχοι εγγράφων καλύπτουν την ορθότητα, την πληρότητα και την εγκυρότητα των τελωνειακών διασαφήσεων, ενώ οι φυσικοί έλεγχοι περιλαμβάνουν επίσης εξέταση των ίδιων των εμπορευμάτων, συμπεριλαμβανομένης της καταμέτρησής τους και της δειγματοληψίας για να ελεγχθεί κατά πόσον αντιστοιχούν στα δηλούμενα στην τελωνειακή διασάφηση.
Κάθε κράτος μέλος διαθέτει δική του διαδικασία για τη διαχείριση των κινδύνων στον τελωνειακό τομέα, με βάση τα ειδικά χαρακτηριστικά του και ανάλογα με διάφορες παραμέτρους. Ωστόσο, οι διαδικασίες κατά κανόνα εξελίσσονται όπως περιγράφεται στο γράφημα 3.
Γράφημα 3
Μια τυπική διαδικασία διαχείρισης κινδύνων στα κράτη μέλη
Πηγή: ΕΕΣ, βάσει στοιχείων που συγκεντρώθηκαν στα κράτη μέλη.
Τα προηγούμενα χρόνια, σε αρκετές περιπτώσεις, διαπιστώσαμε την ύπαρξη σημαντικών κινδύνων και προβλημάτων σε σχέση με τους τελωνειακούς ελέγχους. Καταλήξαμε στο συμπέρασμα ότι ο κοινοτικός τελωνειακός κώδικας (ΚΤΚ)8, τον οποίο αντικατέστησε ο ΕΤΚ, παρείχε στα κράτη μέλη υπερβολικά μεγάλα περιθώρια άσκησης διακριτικής ευχέρειας όσον αφορά τη στρατηγική τους για τους εκ των υστέρων ελέγχους9, ότι δεν είχαν δημιουργηθεί όροι ισότιμου ανταγωνισμού μεταξύ των λιμένων της ΕΕ10 και ότι η μη ενιαία εφαρμογή των τελωνειακών ελέγχων από τα κράτη μέλη έδωσε σε δόλιους οικονομικούς φορείς τη δυνατότητα να στοχεύουν συγκεκριμένα συνοριακά σημεία εισόδου11. Απαντώντας στις παρατηρήσεις μας, η Επιτροπή ανέφερε ότι οι εντοπισθείσες αδυναμίες θα αντιμετωπίζονταν μέσω των κοινών κριτηρίων και προτύπων της ΕΕ για τους χρηματοοικονομικούς κινδύνους, τα οποία βρίσκονταν στο στάδιο της προετοιμασίας εκείνη την εποχή. Τα στατιστικά στοιχεία που συλλέγει η Επιτροπή δείχνουν ότι, επί του παρόντος, το επίπεδο των ελέγχων διαφέρει σημαντικά μεταξύ των κρατών μελών, κυμαινόμενο από λιγότερο από το 1 % των διασαφήσεων εισαγωγής σε ορισμένες χώρες έως άνω του 60 % σε άλλες, όπως φαίνεται στο γράφημα 4.
Γράφημα 4
Ποσοστό ελέγχων (εγγράφων και φυσικών) σε συνήθεις διασαφήσεις από τα κράτη μέλη που διενεργήθηκαν στο στάδιο της θέσης των εμπορευμάτων σε ελεύθερη κυκλοφορία το 2019
Τα αριθμητικά στοιχεία περιλαμβάνουν ελέγχους που διενεργήθηκαν για την κάλυψη τόσο των χρηματοοικονομικών κινδύνων όσο και των κινδύνων για την ασφάλεια και την προστασία.
Πηγή: ΕΕΣ, βάσει των πληροφοριών που παρείχαν τα κράτη μέλη στην Επιτροπή για την κατάρτιση των εκθέσεων επιδόσεων της τελωνειακής ένωσης για το 2019.
Οι μη δηλωθείσες και εσφαλμένα δηλωθείσες εισαγωγές που διέφυγαν των τελωνειακών ελέγχων δημιουργούν το «έλλειμμα τελωνειακών δασμών», ήτοι τη διαφορά μεταξύ των πράγματι εισπραχθέντων εισαγωγικών δασμών και του ποσού που, θεωρητικά, θα έπρεπε να είχε εισπραχθεί12. Παραδείγματος χάριν, μια πρόσφατη περίπτωση απάτης στο Ηνωμένο Βασίλειο, το οποίο δεν έλαβε επαρκή μέτρα για τον μετριασμό του κινδύνου δήλωσης δασμολογητέας αξίας χαμηλότερης της πραγματικής για εισαγωγές κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων και ειδών υπόδησης, είχε ως αποτέλεσμα απώλειες τελωνειακών δασμών που η Επιτροπή εκτίμησε (και καταχώρισε στους λογαριασμούς της ΕΕ) σε 2,7 δισεκατομμύρια ευρώ για την περίοδο Νοεμβρίου 2011 - Οκτωβρίου 2017.
12Το 2017, συστήσαμε13 στην Επιτροπή να προβεί, από κοινού με τα κράτη μέλη, σε εκτίμηση του ελλείμματος τελωνειακών δασμών. Τέτοια εκτίμηση ωστόσο δεν διενεργήθηκε. Επιπλέον, η ετήσια έκθεση δραστηριοτήτων της Γενικής Διεύθυνσης Προϋπολογισμού (ΓΔ BUDG) της Επιτροπής για το 2019 περιείχε επιφύλαξη σχετικά με την ακρίβεια των ποσών των παραδοσιακών ιδίων πόρων (ΠΙΠ) που μεταφέρθηκαν στον προϋπολογισμό της ΕΕ. Η επιφύλαξη αυτή κάλυπτε την υπόθεση που εντοπίστηκε στο Ηνωμένο Βασίλειο και μη ποσοτικοποιημένες δυνητικές απώλειες ΠΙΠ σε άλλα κράτη μέλη. Το τυχόν έλλειμμα στην είσπραξη των δασμών πρέπει να αντισταθμίζεται από υψηλότερες εισφορές των κρατών μελών βάσει του ακαθάριστου εθνικού εισοδήματος (ΑΕΕ) τους, κόστος που τελικά επωμίζονται οι ευρωπαίοι φορολογούμενοι.
Η ενιαία εφαρμογή των τελωνειακών ελέγχων αποτελεί νομική υποχρέωση
13Ο ΕΤΚ, ο οποίος τέθηκε σε ισχύ τον Μάιο του 2016, κατέστησε τη διενέργεια των τελωνειακών ελέγχων κατά ενιαίο τρόπο νομική υποχρέωση, διευκρινίζοντας ότι η Επιτροπή είναι υπεύθυνη για τη θέσπιση κοινών κριτηρίων και προτύπων για τους κινδύνους. Ως εκ τούτου, κατόπιν διαβούλευσης με τα κράτη μέλη, η Επιτροπή εξέδωσε τον Μάιο του 2018 εκτελεστική απόφαση για τη θέσπιση ειδικών απαιτήσεων για τη διαχείριση των κινδύνων αυτών. Πρόκειται για την εκτελεστική απόφαση για τον καθορισμό «κοινών κριτηρίων και προτύπων δημοσιονομικού κινδύνου» (η «απόφαση FRC»14, διαβαθμισμένο έγγραφο (EU restricted) της ΕΕ. Η απόφαση έδωσε στα κράτη μέλη πρόσθετο χρόνο για να θέσουν σε εφαρμογή τις απαιτούμενες ηλεκτρονικές τεχνικές επεξεργασίας δεδομένων. Είναι η πρώτη φορά που σε νομικά δεσμευτική εκτελεστική απόφαση τίθενται κοινά κριτήρια και πρότυπα για την αντιμετώπιση των χρηματοοικονομικών κινδύνων.
14Η απόφαση FRC αποσκοπεί στην εναρμόνιση των διαδικασιών που εφαρμόζουν τα κράτη μέλη για την ανάλυση κινδύνου και την επιλογή εισαγωγών προς υποβολή σε ελέγχους15. Δεν καλύπτει τις διαδικασίες για την εφαρμογή των ελέγχων, ούτε την ποιότητα και τα αποτελέσματά τους (βλέπε γράφημα 5).
Γράφημα 5
Τομείς που καλύπτει η απόφαση FRC
Πηγή: ΕΕΣ.
Επιπλέον, η Επιτροπή [Γενική Διεύθυνση Φορολογίας και Τελωνειακής Ένωσης (ΓΔ TAXUD)] και μια ομάδα εργασίας απαρτιζόμενη από εκπροσώπους των εθνικών τελωνειακών αρχών συνέταξαν έγγραφο καθοδήγησης προς συμπλήρωση της απόφασης FRC. Το εν λόγω έγγραφο, το οποίο εγκρίθηκε τελικώς από τα κράτη μέλη τον Δεκέμβριο του 2019, αποτελεί επίσης διαβαθμισμένο έγγραφο της ΕΕ (EU restricted). Δεν είναι νομικά δεσμευτικό και, ως εκ τούτου, ούτε εκτελεστό. Τα δύο αυτά έγγραφα (η απόφαση FRC και το έγγραφο καθοδήγησης) αποτελούν από κοινού το πλαίσιο που ανέπτυξε η Επιτροπή, σε συνεργασία με τα κράτη μέλη, για τον καθορισμό των κοινών κριτηρίων και προτύπων για τους χρηματοοικονομικούς κινδύνους που προβλέπει ο ΕΤΚ.
16Τον Ιούλιο του 2019, η Επιτροπή von der Leyen εξέφρασε την πρόθεση να ενισχύσει την τελωνειακή ένωση, ειδικότερα με μια τολμηρή δέσμη μέτρων για την ανάπτυξη ολοκληρωμένης ευρωπαϊκής προσέγγισης, με σκοπό τη βελτίωση της διαχείρισης των τελωνειακών κινδύνων και την υποστήριξη αποτελεσματικών ελέγχων από τα κράτη μέλη16. Τον Σεπτέμβριο του 2020, η ΓΔ TAXUD παρουσίασε σχέδιο δράσης για την ενίσχυση της λειτουργίας της τελωνειακής ένωσης17. Αυτό συνέβη μετά την ολοκλήρωση του ελέγχου μας.
Εμβέλεια και τρόπος προσέγγισης του ελέγχου
17Αποφασίσαμε να διενεργήσουμε αυτόν τον έλεγχο με αφορμή το νέο κανονιστικό πλαίσιο (βλέπε σημεία 13-15). Ο έλεγχός μας κάλυψε τη θέσπιση από την Επιτροπή κοινών κριτηρίων και προτύπων για τους χρηματοοικονομικούς κινδύνους, καθώς και τον τρόπο με τον οποίο αυτά εφαρμόζονταν από τα κράτη μέλη. Αναλύσαμε κατά πόσον το πλαίσιο (απόφαση FRC και έγγραφο καθοδήγησης) που ανέπτυξε η Επιτροπή για να εφαρμοστεί στα κράτη μέλη διασφάλισε την ενιαία εφαρμογή των τελωνειακών ελέγχων για την προστασία των οικονομικών συμφερόντων της ΕΕ. Για τον σκοπό αυτό, αξιολογήσαμε αν το πλαίσιο ήταν επαρκές και πώς τα κράτη μέλη χρησιμοποιούσαν τα συστήματα διαχείρισης κινδύνων για την επιλογή των διασαφήσεων εισαγωγής προς έλεγχο. Εξετάσαμε όλα τα στάδια έως την επιλογή των διασαφήσεων εισαγωγής προς υποβολή σε έλεγχο και τη συνέχεια που δινόταν στους εν λόγω ελέγχους. Η εμβέλεια του ελέγχου δεν κάλυψε την ποιότητα των τελωνειακών ελέγχων και τα αποτελέσματά τους.
18Συγκρίναμε το πλαίσιο της Επιτροπής με τα συναφή διεθνή πρότυπα και ορθές πρακτικές (ήτοι εκείνα του ΠΟΤ18 και το πρότυπο ISO 31000:2018 του Διεθνούς Οργανισμού Τυποποίησης με τίτλο «Διαχείριση της διακινδύνευσης - Αρχές και κατευθυντήριες οδηγίες»), προκειμένου να αξιολογήσουμε την καταλληλότητά του για τη διασφάλιση της ενιαίας εφαρμογής των τελωνειακών ελέγχων. Εξετάσαμε επίσης κατά πόσον η Επιτροπή διέθετε επαρκείς ρυθμίσεις για την παρακολούθηση, την επανεξέταση και την υποβολή στοιχείων.
19Πραγματοποιήσαμε επισκέψεις στις τελωνειακές αρχές πέντε κρατών μελών και αξιολογήσαμε πώς εφάρμοζαν τα κοινά κριτήρια και πρότυπα για τους χρηματοοικονομικούς κινδύνους στο πλαίσιο των συστημάτων διαχείρισης κινδύνων για την επιλογή των τελωνειακών ελέγχων. Τα εν λόγω κράτη μέλη επιλέχθηκαν λαμβάνοντας υπόψη ένα συνδυασμό δύο κριτηρίων: του ύψους των εισπραχθέντων τελωνειακών δασμών και της ποιοτικής εκτίμησης κινδύνου που διενεργήσαμε. Αναλύσαμε επίσης κατά πόσον οι διαδικασίες των κρατών μελών είχαν ως αποτέλεσμα την ενιαία εφαρμογή των τελωνειακών ελέγχων. Επιπλέον, αποστείλαμε ερωτηματολόγιο στις τελωνειακές αρχές όλων των κρατών μελών της ΕΕ, προκειμένου να συλλέξουμε πληροφορίες σχετικά με τις απόψεις τους όσον αφορά τον τρέχοντα βαθμό εναρμόνισης των τελωνειακών ελέγχων. Και τα 27 κράτη μέλη απάντησαν στο ερωτηματολόγιο. Ζητήσαμε τις απόψεις τους σχετικά με την επάρκεια του πλαισίου και τον βαθμό στον οποίο εφάρμοζαν τα κοινά κριτήρια και πρότυπα για τους χρηματοοικονομικούς κινδύνους.
20Οι επισκέψεις ελέγχου πραγματοποιήθηκαν μεταξύ Οκτωβρίου 2019 και Ιανουαρίου 2020, μετά τη λήξη της προθεσμίας που προβλέπεται στην απόφαση FRC για τη συμμόρφωση των κρατών μελών με την υποχρέωση χρήσης των κριτηρίων στην αυτοματοποιημένη ανάλυση κινδύνου. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, το έγγραφο καθοδήγησης, το οποίο περιέχει τα τεχνικά στοιχεία που είναι αναγκαία για την εφαρμογή της απόφασης FRC, τελούσε υπό συζήτηση και, ως εκ τούτου, δεν εφαρμοζόταν ακόμη στα κράτη μέλη. Εγκρίθηκε επίσημα τον Δεκέμβριο του 2019.
Παρατηρήσεις
Το πλαίσιο διαχείρισης κινδύνων εμφανίζει αδυναμίες
Η έννοια του κινδύνου δεν ορίζεται ικανοποιητικά στην απόφαση FRC
21Διαπιστώσαμε αδυναμίες στον ορισμό της έννοιας του κινδύνου στην απόφαση FRC. Αυτό μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα οι τελωνειακές αρχές των κρατών μελών να μην προτεραιοποιούν τους ελέγχους επί των εισαγωγών που συνδέονται με υψηλό κίνδυνο για τα οικονομικά συμφέροντα της ΕΕ.
Οι κανόνες για τα κράτη μέλη δεν είναι αρκούντως αυστηροί
22Ο ΕΤΚ απαριθμεί τις απαιτήσεις των κοινών κριτηρίων και προτύπων κινδύνου που πρέπει να εφαρμόζονται στα κράτη μέλη (βλέπε πλαίσιο 1).
Πλαίσιο 1
Τα κοινά κριτήρια και πρότυπα κινδύνου
Σύμφωνα με τον ΕΤΚ19, τα κοινά κριτήρια και πρότυπα κινδύνου περιλαμβάνουν τα ακόλουθα:
- περιγραφή των κινδύνων,
- τους παράγοντες ή τους δείκτες κινδύνου βάσει των οποίων επιλέγονται τα εμπορεύματα ή οι οικονομικοί φορείς για τελωνειακό έλεγχο,
- τη φύση των τελωνειακών ελέγχων στους οποίους πρέπει να προβούν οι τελωνειακές αρχές,
- τη διάρκεια εφαρμογής των τελωνειακών ελέγχων που αναφέρονται στο στοιχείο γ).
Η απόφαση FRC απαριθμεί μια σειρά κριτηρίων για τους χρηματοοικονομικούς κινδύνους και δεικτών κινδύνου που πρέπει να χρησιμοποιούνται από τα κράτη μέλη κατά την επιλογή των ελέγχων. Τα κριτήρια που αναφέρονται στην απόφαση FRC αντιστοιχούν στους τομείς κινδύνου που πρέπει να αντιμετωπίζονται κατά ενιαίο τρόπο από τα κράτη μέλη. Δείκτης κινδύνου είναι ένα συγκεκριμένο στοιχείο δεδομένων ή μια συγκεκριμένη πληροφορία σχετικά με την ύπαρξη κινδύνου. Γενικά, η ύπαρξη συγκεκριμένου κινδύνου προσδιορίζεται βάσει συνδυασμού δεικτών κινδύνου.
24Διαπιστώσαμε ότι οι δείκτες δεν συνοδεύονται από επαρκώς αυστηρούς κανόνες για την ενεργοποίηση των ελέγχων, γεγονός που παρέχει στα κράτη μέλη την ευχέρεια να τους χρησιμοποιούν με διαφορετικούς τρόπους. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι η περιγραφή των κριτηρίων κινδύνου δεν προσδιορίζει τις περιστάσεις που πρέπει να ενεργοποιούν έναν δείκτη και, ως εκ τούτου, να οδηγούν στην επιλογή. Το γεγονός αυτό έχει αντίκτυπο στα προφίλ κινδύνου, τα οποία αποτελούν συνδυασμό κριτηρίων που, εφαρμοζόμενα σε μια τελωνειακή διασάφηση, μπορούν να καταλήξουν σε σύσταση για έλεγχο (βλέπε γράφημα 3). Τα προφίλ κινδύνου μπορεί να περιλαμβάνουν διαφορετικά κριτήρια ενεργοποίησης στα διάφορα κράτη μέλη, με αποτέλεσμα να μη διασφαλίζουν την εναρμονισμένη επιλογή διασαφήσεων για έλεγχο. Επιπλέον, δεδομένου ότι ο κατάλογος των δεικτών κινδύνου που παρουσιάζεται για κάθε κριτήριο δεν είναι υποχρεωτικός, η χρήση τους (μεμονωμένα ή σε συνδυασμό) εναπόκειται στη διακριτική ευχέρεια των κρατών μελών.
25Η απόφαση FRC δεν προβλέπει συγκεκριμένους κανόνες σχετικά με τη φύση και τη διάρκεια των τελωνειακών ελέγχων. Η απόφαση σχετικά με τα μέτρα ελέγχου ή επαλήθευσης που θα ληφθούν επαφίεται στις τελωνειακές αρχές των κρατών μελών. Επιπλέον, δεν προσδιορίζει τον τρόπο χρήσης των κριτηρίων και των δεικτών κινδύνου για την επιλογή των διασαφήσεων (ή των επιχειρήσεων που θα υποβληθούν σε έλεγχο) για υποβολή σε εκ των υστέρων ελέγχους.
26Η καθοδήγηση αποσκοπεί στην παροχή κοινής ερμηνείας της απόφασης FRC. Περιέχει περιγραφή των τομέων κινδύνου και καθορίζει τον τρόπο συνδυασμού των διαφόρων δεικτών για τον προσδιορισμό του συνολικού βαθμού επικινδυνότητας. Περιλαμβάνει επίσης ορισμένες ποιοτικές ενδείξεις σχετικά με τον τρόπο αξιολόγησης των δεικτών κινδύνου. Ωστόσο, δεν περιλαμβάνει διεξοδικές περιγραφές με ποσοτικοποιήσιμους δείκτες, οι οποίοι θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν από τις τελωνειακές αρχές των κρατών μελών στις αναλύσεις κινδύνου που διενεργούν. Παραδείγματος χάριν, παρότι παρέχει ορισμένα παραδείγματα του τρόπου με τον οποίο τα κράτη μέλη μπορούν να εντοπίζουν έναν έμπορο αυξημένης επικινδυνότητας ή «οικονομικό φορέα ενδιαφέροντος», δεν προβλέπει ακριβή μεθοδολογία ώστε να διασφαλιστεί ότι όλα τα κράτη μέλη ορίζουν τον εν λόγω δείκτη κινδύνου με τον ίδιο τρόπο.
27Η απόφαση FRC επιτρέπει στα κράτη μέλη να αποφασίζουν με ποιον τρόπο θα μειώσουν τον αριθμό των ελέγχων σε επίπεδο διαχειρίσιμο, ανάλογα με τους πόρους που διαθέτουν. Η δυνατότητα αυτή αναφέρεται ως «διαχείριση αντικτύπου» και η απόφαση προβλέπει τρόπους με τους οποίους τα κράτη μέλη μπορούν να το επιτύχουν αυτό. Οι εν λόγω μέθοδοι διαχείρισης αντικτύπου εφαρμόζονται συνήθως κατά την κατάρτιση ενός προφίλ κινδύνου, με τη χρήση εκτιμήσεων από αναλυτή κινδύνου (βλέπε επίσης γράφημα 3).
28Η απόφαση FRC δεν θέτει όρια στη διαχείριση αντικτύπου και, ως εκ τούτου, παραχωρεί στα κράτη μέλη σημαντική διακριτική ευχέρεια όσον αφορά τη μείωση του αριθμού των ελέγχων. Σε σχέση με μια σειρά κριτηρίων κινδύνου, η καθοδήγηση αναφέρει περιπτώσεις στις οποίες ο αριθμός των ελέγχων δεν πρέπει να μειώνεται ή πρέπει να μειώνεται μόνον εάν αυτό αιτιολογείται σαφώς. Ωστόσο, ακόμη και στις περιπτώσεις που οι έλεγχοι δεν πρέπει να μειώνονται, το έγγραφο καθοδήγησης επιτρέπει εξαιρέσεις, χωρίς να προσδιορίζει συγκεκριμένα τις περιπτώσεις αυτές.
29Επιπλέον της διαχείρισης αντικτύπου, οι τελωνειακές αρχές μπορούν να αποφασίσουν να μην διενεργήσουν τους ελέγχους που συνιστά το αυτοματοποιημένο σύστημα. Αυτό είναι γνωστό ως παράκαμψη της σύστασης (βλέπε επίσης γράφημα 3). Η απόφαση FRC δεν προβλέπει επαρκείς κανόνες για τη διασφάλιση συνέπειας όσον αφορά την παράκαμψη των συστάσεων, ενώ στην καθοδήγηση αναγνωρίζεται η πρακτική της παράκαμψης των συστάσεων σχετικά με τη διενέργεια ελέγχων από τα κράτη μέλη και αναφέρεται ότι δεν είναι επιθυμητό αυτό να συμβαίνει σε υποθέσεις υψηλού κινδύνου και ότι σε όλες οι περιπτώσεις απαιτείται τεκμηρίωση και επεξήγηση. Δεν αναφέρεται συγκεκριμένα σε ποιες περιπτώσεις είναι αποδεκτή η παράκαμψη.
Από το πλαίσιο απουσιάζουν σημαντικά χαρακτηριστικά στοιχεία ενός αποτελεσματικού συστήματος διαχείρισης κινδύνων
30Ο ΕΤΚ, η συλλογή πρακτικών διαχείρισης κινδύνων του ΠΟΤ και το πρότυπο ISO 31000 αναφέρουν τις αρχές και τα χαρακτηριστικά που πρέπει να υπάρχουν σε ένα σύστημα διαχείρισης τελωνειακών κινδύνων. Διαπιστώσαμε ότι από το πλαίσιο της ΕΕ απουσίαζαν τα ακόλουθα βασικά χαρακτηριστικά ενός αποτελεσματικού συστήματος διαχείρισης κινδύνων:
- ανάλυση κινδύνου σε επίπεδο ΕΕ,
- εξόρυξη δεδομένων (τόσο σε ενωσιακό όσο και σε εθνικό επίπεδο),
- εναρμονισμένη προσέγγιση όσον αφορά την επιλογή τυχαίου δείγματος διασαφήσεων για έλεγχο,
- πλατφόρμες για την ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με τους εισαγωγείς αυξημένης επικινδυνότητας,
- κατάλληλες μέθοδοι αντιμετώπισης των χρηματοοικονομικών κινδύνων που συνδέονται με τις εισαγωγές στο πλαίσιο του ηλεκτρονικού εμπορίου (μεγάλος αριθμός διασαφήσεων εισαγωγής χαμηλής αξίας).
Οι διάφοροι κίνδυνοι μπορούν να εντοπίζονται και να αντιμετωπίζονται καλύτερα είτε σε εθνικό είτε σε ενωσιακό επίπεδο, και ένα αποτελεσματικό πλαίσιο διαχείρισης κινδύνων πρέπει να τους αντιμετωπίζει στο καταλληλότερο σε κάθε περίπτωση επίπεδο. Δεδομένου ότι η ΕΕ λειτουργεί ως τελωνειακή ένωση (με τους εισαγωγείς να είναι ελεύθεροι να επιλέγουν το σημείο εισαγωγής), μια ανάλυση σε ενωσιακό επίπεδο θα ήταν καταλληλότερη για τον εντοπισμό και την αντιμετώπιση των κινδύνων σε επίπεδο ΕΕ. Όπως επισημαίνει ο ΠΟΤ, τα κέντρα αξιολόγησης των κινδύνων / στόχευσης παρέχουν στις τελωνειακές αρχές τη δυνατότητα να εντοπίζουν με δυναμικό τρόπο τις συναλλαγές που είναι πιθανότερο να μην συμμορφώνονται με τους κανόνες, και, ως εκ τούτου, να διαχειρίζονται αποτελεσματικότερα τις καταστάσεις που εμφανίζουν την υψηλότερη επικινδυνότητα20.
32Σύμφωνα με την απόφαση FRC, η διενέργεια ανάλυσης κινδύνου και η λήψη κάθε απόφασης σχετικά με τη λυσιτέλεια των δεδομένων της ΕΕ και των κρατών μελών για τους σκοπούς των συστημάτων τους διαχείρισης κινδύνων αποτελούν αρμοδιότητα των κρατών μελών. Παρότι συχνά συγκροτούνται κέντρα αξιολόγησης κινδύνων σε εθνικό επίπεδο, η ΕΕ δεν έχει δημιουργήσει επιχειρησιακό κέντρο για την αντιμετώπιση των χρηματοοικονομικών κινδύνων σε επίπεδο ΕΕ. Στο σχέδιο δράσης των τελωνείων της 28ης Σεπτεμβρίου 2020 (βλέπε σημείο 16), η Επιτροπή αναγνώρισε την ανάγκη ανάπτυξης ικανοτήτων ανάλυσης δεδομένων σε επίπεδο ΕΕ προκειμένου να ενισχυθεί η δομή συνολικά.
33Εξόρυξη δεδομένων είναι η διαδικασία εντοπισμού ενδιαφερόντων και χρήσιμων μοντέλων και σχέσεων σε μεγάλους όγκους δεδομένων. Τόσο το ISO 3100021 όσο και ο ΠΟΤ τονίζουν τη σημασία της εξόρυξης δεδομένων στη διαδικασία διαχείρισης κινδύνων, η αποτελεσματικότητα της οποίας είναι ευθέως ανάλογη με τον όγκο των διαθέσιμων δεδομένων. Ωστόσο, το πλαίσιο δεν περιλαμβάνει την απαίτηση διεξαγωγής ανάλυσης σε επίπεδο ΕΕ βάσει δεδομένων από το σύνολο των εισαγωγών της ΕΕ. Η Επιτροπή δεν διενεργεί συστηματικά τέτοιες αναλύσεις για τον εντοπισμό των χρηματοοικονομικών κινδύνων στα τελωνεία. Δρομολόγησε μάλιστα ένα πιλοτικό έργο, γνωστό ως «Κοινή ικανότητα ανάλυσης» (Joint analysis capacity, JAC), για την ανάλυση δεδομένων σε επίπεδο ΕΕ. Όπως περιγράφεται στο πλαίσιο 2, παρότι ήταν μια θετική πρωτοβουλία, το έργο JAC είχε περιορισμένη εμβέλεια, ικανότητα και εκροές.
Πλαίσιο 2
Το πιλοτικό έργο JAC
Σε συνέχεια των συστάσεων του ΕΕΣ22 και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, η ΓΔ BUDG, η ΓΔ TAXUD και η OLAF, η υπηρεσία καταπολέμησης της απάτης της ΕΕ, ανέπτυξαν το πιλοτικό έργο JAC για την ανάλυση των εμπορικών ροών. Η εμβέλειά του περιοριζόταν στην ανάλυση των εισαγωγών συγκεκριμένων προϊόντων, με αποτέλεσμα οκτώ έντυπα πληροφοριών της ΕΕ για κινδύνους (RIF) (βλέπε σημείο 53) το 2019. Η Επιτροπή προσδοκούσε ότι τα κράτη μέλη θα δημιουργούσαν ή θα επικαιροποιούσαν προφίλ κινδύνου σε αυτή τη βάση. Η παρακολούθηση των αποτελεσμάτων των εν λόγω RIF βρίσκεται σε εξέλιξη.
Τον Σεπτέμβριο του 2020, η Επιτροπή δημοσίευσε σχέδιο δράσης των τελωνείων (βλέπε σημείο 16), στο οποίο πρότεινε τη δρομολόγηση πρωτοβουλίας της ΕΕ με τίτλο «κοινές ικανότητες ανάλυσης» (Joint Analytics Capabilities). Η πρωτοβουλία αυτή πρόκειται αρχικά να επικεντρωθεί στην αξιοποίηση των δεδομένων που είναι ήδη διαθέσιμα και στην ανάπτυξη κατάλληλων λύσεων διακυβέρνησης.
Η απόφαση FRC δεν απαιτεί από τα κράτη μέλη να χρησιμοποιούν τεχνικές εξόρυξης δεδομένων στην ανάλυση κινδύνου που διενεργούν. Το έγγραφο καθοδήγησης αναφέρει αυτή τη δυνατότητα, χωρίς να προσδιορίζει σαφή μεθοδολογία. Το ένα τρίτο των κρατών μελών απάντησε στο ερωτηματολόγιό μας ότι το πλαίσιο της ΕΕ για τους χρηματοοικονομικούς κινδύνους δεν λάμβανε επαρκώς υπόψη τις προηγμένες τεχνικές ανάλυσης δεδομένων (ήτοι την εξόρυξη δεδομένων). Δύο από τα κράτη μέλη στα οποία πραγματοποιήθηκε επίσκεψη δημιούργησαν προφίλ κινδύνου σε συνέχεια ερευνών με χρήση εξόρυξης δεδομένων (χρησιμοποιώντας πληροφορίες προερχόμενες κυρίως από εθνικές βάσεις δεδομένων). Τα εν λόγω προφίλ ήταν ιδιαίτερα αποτελεσματικά στον εντοπισμό παρατυπιών. Ωστόσο, τα άλλα τρία κράτη μέλη στα οποία πραγματοποιήθηκε επίσκεψη δεν χρησιμοποίησαν αυτές τις τεχνικές στο πλαίσιο της εκτίμησης κινδύνου που διενήργησαν.
35Από τις διασαφήσεις που δεν επιλέγονται αυτόματα με τη χρήση προφίλ κινδύνου, τα κράτη μέλη επιλέγουν τυχαία ένα ορισμένο ποσοστό για έλεγχο. Αυτή η τυχαία επιλογή είναι καίριας σημασίας για τη διασφάλιση ενός αποτελεσματικού πλαισίου ελέγχων, μεταξύ άλλων με τον εντοπισμό ενδείξεων νέων, μη ανιχνευθέντων κινδύνων23. Η απόφαση FRC τονίζει τη σημασία των ελέγχων βάσει τυχαίου δείγματος, αλλά δεν περιλαμβάνει κανόνες για την εναρμόνιση του ποσοστού των εισαγωγών που επιλέγουν τα κράτη μέλη ή της μεθόδου που εφαρμόζουν. Η καθοδήγηση δεν παρέχει πρόσθετες οδηγίες σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο τα κράτη μέλη θα πρέπει να εφαρμόζουν την τυχαία επιλογή.
36Η υπάρχουσα πλατφόρμα, το σύστημα διαχείρισης τελωνειακών κινδύνων (CRMS), δεν ανταποκρίνεται επαρκώς στις ανάγκες της συστηματικής ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ των κρατών μελών σχετικά με τους εισαγωγείς αυξημένης επικινδυνότητας. Ως εκ τούτου, κάθε κράτος μέλος έχει στη διάθεσή του πληροφορίες μόνο σχετικά με τους εισαγωγείς τους οποίους το ίδιο έχει αξιολογήσει ως αυξημένης επικινδυνότητας. Δεδομένου ότι οι εισαγωγείς μπορούν εύκολα να αλλάξουν τον τόπο εκτελωνισμού των εισαγωγών τους, εκείνοι που θεωρούνται αυξημένης επικινδυνότητας σε ένα κράτος μέλος δύνανται να επιλέγουν άλλα κράτη μέλη για τον εκτελωνισμό, αποφεύγοντας έτσι τους ελέγχους.
37Το ηλεκτρονικό εμπόριο24 δημιουργεί προκλήσεις για τη διαχείριση τελωνειακών κινδύνων. Καθώς συνεπάγεται μεγάλο όγκο συναλλαγών χαμηλής αξίας, η διενέργεια ελέγχων σε κάθε μεμονωμένη διασάφηση εισαγωγής (κάθε μεμονωμένο δέμα απαιτεί τελωνειακή διασάφηση) δεν είναι οικονομικά αποδοτική. Ωστόσο, ο κίνδυνος παρατυπιών πιθανολογείται σημαντικός, και ο μεγάλος αριθμός εισαγωγών αυτού του είδους σημαίνει ότι και ο αντίκτυπος στα οικονομικά συμφέροντα της ΕΕ δεν θα είναι αμελητέος. Το πλαίσιο που θεσπίστηκε με την απόφαση FRC και το έγγραφο καθοδήγησης δεν λαμβάνει επαρκώς υπόψη το φαινόμενο αυτό: τα προφίλ κινδύνου εφαρμόζονται σε κάθε συναλλαγή (εισαγωγή) και τα κράτη μέλη μπορούν να χρησιμοποιούν τη διαχείριση αντικτύπου για να μειώσουν τον αριθμό των συναλλαγών που υποβάλλουν σε ελέγχους (βλέπε σημεία 27 και 28). Η Επιτροπή αναγνώρισε στο σχέδιο δράσης των τελωνείων (βλέπε σημείο 16) ότι απαιτούνται περαιτέρω ενέργειες προκειμένου να εξασφαλιστεί αποτελεσματικότερος τελωνειακός έλεγχος στις εισαγωγές που πραγματοποιούνται στο πλαίσιο του ηλεκτρονικού εμπορίου. Σε παγκόσμιο επίπεδο, οι τάσεις στο ηλεκτρονικό εμπόριο δείχνουν ότι ο αριθμός των διασαφήσεων εισαγωγής χαμηλής αξίας θα συνεχίσει να αυξάνεται.
Το πλαίσιο περιέχει περιορισμένες μόνο απαιτήσεις όσον αφορά την παρουσίαση στοιχείων, την παρακολούθηση και την επανεξέταση
38Η απόφαση FRC καθορίζει τακτικά διαστήματα ανά τα οποία τα κράτη μέλη πρέπει να υποβάλλουν στοιχεία στην Επιτροπή σχετικά με την εφαρμογή των κοινών κριτηρίων για τους χρηματοοικονομικούς κινδύνους. Διαπιστώσαμε ότι αυτά τα διαστήματα ενδέχεται να είναι υπερβολικά μεγάλα για τη διατήρηση ενός αποτελεσματικού και επικαιροποιημένου συστήματος, δεδομένης της ανάγκης συνεχούς παρακολούθησης και επανεξέτασης του πλαισίου. Επίσης, δύο από τα κράτη μέλη στα οποία πραγματοποιήθηκε επίσκεψη εξέφρασαν αμφιβολίες ως προς το κατά πόσον η συχνότητα αυτή συμβάλλει στην έγκαιρη ανάληψη δράσης για τη βελτίωση των κοινών κριτηρίων κινδύνου.
39Τα κράτη μέλη διαβιβάζουν ετησίως στην Επιτροπή πληροφορίες σχετικά με τους ελέγχους τους, όπως προβλέπει το πλαίσιο αναφοράς στοιχείων σχετικά με τις επιδόσεις της τελωνειακής ένωσης (ΕΤΕ). Οι εκθέσεις ΕΤΕ θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν από την Επιτροπή στο πλαίσιο της παρακολούθησης της εφαρμογής της απόφασης FRC από τα κράτη μέλη. Ωστόσο, δεν είναι ιδιαίτερα χρήσιμες, κυρίως επειδή στις πληροφορίες σχετικά με τους ελέγχους δεν γίνεται διάκριση μεταξύ ελέγχων για οικονομικούς λόγους και ελέγχων για λόγους ασφάλειας και προστασίας. Επιπλέον, οι δείκτες που συλλέγονται δεν επιτρέπουν την αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας των δράσεων ή των προφίλ για συγκεκριμένους τομείς κινδύνου.
40Ο ΠΟΤ, στη συλλογή πρακτικών του διαχείρισης κινδύνων, επισημαίνει ότι η διασφάλιση της παρακολούθησης και της επανεξέτασης των δραστηριοτήτων διαχείρισης κινδύνων, καθώς και της ανατροφοδότησης της πολιτικής με τα αποτελέσματα της διαδικασίας αυτής, συμβάλλει στην εξασφάλιση της μακροπρόθεσμης αποτελεσματικότητας της διαχείρισης κινδύνων (βλέπε γράφημα 6).
Γράφημα 6
Πώς η παρακολούθηση και η επανεξέταση εντάσσονται στη διαδικασία διαχείρισης κινδύνων
Πηγή: ΕΕΣ, βάσει της «Risk Management Compendium» του ΠΟΤ.
Έως τον Οκτώβριο του 2020, η Επιτροπή (ΓΔ TAXUD) δεν είχε θεσπίσει διαδικασία για την τακτική παρακολούθηση της εφαρμογής του πλαισίου από τα κράτη μέλη. Η ΓΔ BUDG πραγματοποιεί τακτικά επισκέψεις στα κράτη μέλη για επιθεωρήσεις σχετικά με τους τελωνειακούς δασμούς. Ωστόσο, επί του παρόντος δεν προβλέπεται οι εν λόγω επιθεωρήσεις να καλύψουν την εφαρμογή της απόφασης FRC από τα κράτη μέλη. Επιπλέον, δεν προβλέπονται διαδικασίες για τον χειρισμό από την Επιτροπή περιπτώσεων μη συμμόρφωσης των κρατών μελών με την απόφαση FRC. Στο πλαίσιο 3 παρουσιάζεται μια συγκεκριμένη περίπτωση που αφορά τη Δανία.
Πλαίσιο 3
Η Επιτροπή δεν έδωσε την κατάλληλη συνέχεια παρά τον χαμηλό αριθμό τελωνειακών ελέγχων στη Δανία
Το 2010, μετά από επιθεώρηση στη Δανία, η ΓΔ BUDG διαπίστωσε ότι ο αριθμός των διενεργούμενων ελέγχων ήταν πολύ χαμηλός. Παρότι συμπεριέλαβε στην έκθεσή της σχετική διαπίστωση, παρακολούθησε το ζήτημα μόνον έως το 2015, και στη συνέχεια το έκλεισε, αν και η Δανία δεν είχε επιφέρει σημαντικές βελτιώσεις και το ζήτημα ήταν πιθανό να επηρεάσει την εφαρμογή της απόφασης FRC. Έκτοτε, η Επιτροπή δεν έχει επικοινωνήσει επισήμως με τις δανικές τελωνειακές αρχές για το θέμα αυτό.
Επιπλέον, το 2017, το ΑΟΕ της Δανίας (Rigsrevisionen) δημοσίευσε έκθεση25 στην οποία έδινε συνέχεια στις επικρίσεις που είχε διατυπώσει η Επιτροπή το 2010. Η έκθεση αυτή κατέληγε, μεταξύ άλλων, στο συμπέρασμα ότι ο αριθμός των τελωνειακών ελέγχων παρέμενε πολύ χαμηλός, ότι το σύστημα διαχείρισης κινδύνων παρουσίαζε αρκετές αδυναμίες και ότι δεν διενεργούνταν έλεγχοι βάσει τυχαίου δείγματος.
Τα RIF της ΕΕ είναι ηλεκτρονικά έντυπα μέσω των οποίων οι υπηρεσίες της Επιτροπής αλληλοενημερώνονται με τα κράτη μέλη για ενδείξεις κινδύνου (βλέπε σημείο 53). Παρότι τα κράτη μέλη δεν υποχρεούνται εκ του νόμου να παρέχουν ανατροφοδότηση σχετικά με τα έντυπα αυτά, η κατάλληλη παρακολούθηση της συνέχειας που δίδεται στα RIF της ΕΕ είναι σημαντική για τη διασφάλιση της συνεπούς διαχείρισης των κινδύνων. Εκτός από τις εργασίες που πραγματοποιήθηκαν στο πλαίσιο του πιλοτικού έργου JAC (βλέπε πλαίσιο 2) και των επιθεωρήσεων της ΓΔ BUDG σχετικά με τους τελωνειακούς δασμούς σε επιλεγμένα κράτη μέλη, η Επιτροπή δεν προέβη σε άλλες ενέργειες παρακολούθησης για να προσδιορίσει κατά πόσον τα κράτη μέλη έχουν αντιμετωπίσει δεόντως τους κινδύνους που εντοπίστηκαν στα RIF της ΕΕ. Η Επιτροπή δεν ανέλυε τακτικά την ανατροφοδότηση που παρείχαν τα κράτη μέλη και δεν λάμβανε μέτρα για την αντιμετώπιση της αδράνειας ορισμένων κρατών μελών.
43Από την ανάλυσή μας προκύπτει ότι, το 2019, τρία κράτη μέλη δεν υπέβαλαν ανατροφοδότηση, ενώ τέσσερα κράτη μέλη το έπραξαν για μικρό μόνο αριθμό RIF της ΕΕ. Στο ήμισυ σχεδόν (43 %) των περιπτώσεων κατά τις οποίες τα κράτη μέλη παρείχαν ανατροφοδότηση, δεν ανέφεραν αν είχαν δημιουργήσει ή επικαιροποιήσει προφίλ κινδύνου για την αντιμετώπιση του ζητήματος που περιγραφόταν στο RIF ή αν διέθεταν ήδη σχετικό προφίλ κινδύνου.
44Προκειμένου να διασφαλιστεί η αποτελεσματική διαχείριση των τελωνειακών κινδύνων, είναι σημαντικό να υπάρχουν κατάλληλες ρυθμίσεις επανεξέτασης για τη βελτίωση της λειτουργίας του πλαισίου. Ως προς το ζήτημα αυτό, ο ΠΟΤ αναφέρει ότι πρέπει να σχεδιαστεί ένα στιβαρό πλαίσιο, το οποίο να προβλέπει κριτήρια επανεξέτασης, και ότι οι αξιολογήσεις αυτές πρέπει να καλύπτουν όλα τα στοιχεία της διαχείρισης κινδύνων.
45Συγκροτήθηκε ομάδα εμπειρογνωμόνων απαρτιζόμενη από εκπροσώπους των τελωνειακών αρχών όλων των κρατών μελών και της Επιτροπής για να εξετάσει ζητήματα σχετικά με τη διαχείριση των τελωνειακών κινδύνων στην ΕΕ. Σύμφωνα με το έγγραφο καθοδήγησης, η ομάδα αυτή θα πρέπει να εξετάζει, όταν κρίνεται αναγκαίο, σημαντικά ζητήματα που σχετίζονται με την εφαρμογή του πλαισίου. Ωστόσο, η Επιτροπή δεν έχει αναπτύξει ακόμη σαφή πολιτική επανεξέτασης για την απόφαση FRC και το έγγραφο καθοδήγησης, συνοδευόμενη από ορόσημα και κριτήρια.
Το πλαίσιο δεν εξασφαλίζει την ενιαία εφαρμογή των τελωνειακών ελέγχων
Τα κράτη μέλη εξακολουθούν να εφαρμόζουν διαφορετικές πρακτικές διαχείρισης των κινδύνων
46Τα πέντε κράτη μέλη στα οποία πραγματοποιήσαμε επίσκεψη έκριναν ότι τα συστήματα διαχείρισης κινδύνων που είχαν αναπτύξει πριν από την έκδοση της απόφασης FRC συμμορφώνονταν ήδη σε μεγάλο βαθμό με τις διατάξεις της απόφασης αυτής. Κατά την άποψή τους, θα αρκούσαν ορισμένες ήσσονος σημασίας προσαρμογές για να εξασφαλιστεί η πλήρης συμμόρφωση με την απόφαση FRC. Τα εν λόγω κράτη μέλη είχαν προσαρμόσει το πλαίσιο διαχείρισης κινδύνων τους κυρίως με τη χαρτογράφηση των υφιστάμενων προφίλ τους και τη σύνδεσή τους με τα αντίστοιχα κριτήρια για τους χρηματοοικονομικούς κινδύνους (μόνο ένα κράτος μέλος είχε δημιουργήσει ορισμένα προφίλ κινδύνου για κριτήρια που δεν καλύπτονταν από τα προφίλ που διέθετε ήδη). Επισημάναμε επίσης ότι, κατά τη χαρτογράφηση των προφίλ κινδύνου σύμφωνα με τα κριτήρια που καθορίζονται στην απόφαση FRC, τα κράτη μέλη δεν χρησιμοποιούσαν όλους τους συνιστώμενους δείκτες. Ως εκ τούτου, εφαρμόζουν διαφορετικά κριτήρια για την επιλογή των τελωνειακών διασαφήσεων που πρέπει να υποβληθούν σε έλεγχο.
47Τα κράτη μέλη στα οποία πραγματοποιήσαμε επίσκεψη δεν σχεδίαζαν να αυξήσουν την ελεγκτική τους ικανότητα ως αποτέλεσμα της εφαρμογής της απόφασης FRC και η προσέγγιση διαχείρισης κινδύνων που εφάρμοζαν πριν από την έγκριση της απόφασης δεν είχε μεταβληθεί σημαντικά, ούτε προβλεπόταν να μεταβληθεί. Στο πλαίσιο 4 παρουσιάζονται δύο παραδείγματα σχολίων που διατύπωσαν οι εν λόγω χώρες σχετικά με τον αντίκτυπο που είχε η έγκριση της απόφασης FRC και του εγγράφου καθοδήγησης στα συστήματά τους για τη διαχείριση κινδύνων.
Πλαίσιο 4
Οι απόψεις των κρατών μελών όσον αφορά τυχόν μεταβολές στα συστήματά τους για τη διαχείριση των χρηματοοικονομικών τελωνειακών κινδύνων συνεπεία της εφαρμογής της απόφασης FRC
Ένα κράτος μέλος στο οποίο πραγματοποιήσαμε επίσκεψη έκρινε ότι το σύστημά του ήταν ήδη πλήρως συμβατό με την απόφαση FRC. Συγκεκριμένα, ανέφερε ότι ούτε η απόφαση ούτε το έγγραφο καθοδήγησης περιέχουν ουσιαστικές πληροφορίες σχετικά με τη διαδικασία ανάλυσης κινδύνου, ότι παρέχουν απλώς ένα γενικό πλαίσιο και ότι η απόφαση FRC απλώς περιγράφει εννοιολογικά τις υφιστάμενες μεθόδους ανάλυσης χρηματοοικονομικού κινδύνου του κράτους μέλους.
Ένα άλλο κράτος μέλος ανέφερε ότι η απόφαση FRC επισημοποιεί τη συνέχιση των υφιστάμενων δραστηριοτήτων της τελωνειακής αρχής στους χρηματοοικονομικούς τομείς.
Στις απαντήσεις τους στο ερωτηματολόγιό μας, το οποίο αποστείλαμε πριν από την έγκριση του εγγράφου καθοδήγησης, 17 από τα 27 κράτη μέλη (63 %) δήλωσαν ότι η εφαρμογή της απόφασης FRC δεν θα είχε ως αποτέλεσμα σημαντικές μεταβολές στα συστήματα διαχείρισης κινδύνων. Τα περισσότερα από τα δέκα κράτη μέλη που ανέφεραν ότι θα έπρεπε να προβούν σε σημαντικές αλλαγές επισήμαναν ότι η κύρια πρόκληση θα ήταν η επικαιροποίηση των συστημάτων ΤΠ τους.
49Επιπλέον, τα κράτη μέλη στα οποία πραγματοποιήσαμε επίσκεψη εφάρμοζαν προφίλ κινδύνου μόνο στους ελέγχους πριν από τη θέση σε ελεύθερη κυκλοφορία. Όσον αφορά τους εκ των υστέρων ελέγχους, δεν διενεργούσαν συστηματικά ανάλυση κινδύνου χρησιμοποιώντας τα προφίλ κινδύνου με βάση τα κριτήρια που προβλέπονται στην απόφαση FRC (βλέπε σημείο 25).
50Τα κράτη μέλη εφαρμόζουν διάφορες προσεγγίσεις για τη μείωση του αριθμού των ελέγχων σε διαχειρίσιμο επίπεδο. Στα κράτη μέλη στα οποία πραγματοποιήσαμε επίσκεψη, η διαχείριση του αντικτύπου χρησιμοποιήθηκε ευρέως στα προφίλ κινδύνου για την επιλογή των προς έλεγχο διασαφήσεων στο πλαίσιο του αυτοματοποιημένου συστήματος ανάλυσης κινδύνου. Παρότι χρησιμοποιούσαν το μεγαλύτερο μέρος ή το σύνολο των μεθόδων που προβλέπονται στην απόφαση FRC, τις εφάρμοζαν με πολύ διαφορετικούς τρόπους.
51Στο γράφημα 7 παρουσιάζονται, για τα κράτη μέλη στα οποία πραγματοποιήσαμε επίσκεψη, τα μέτρα διαχείρισης του αντικτύπου που εφαρμόζονταν στα προφίλ κινδύνου σχετικά με τη δήλωση δασμολογητέας αξίας χαμηλότερης από την πραγματική για μια συγκεκριμένη ομάδα προϊόντων από συγκεκριμένη χώρα καταγωγής. Ως εκ τούτου, η ίδια διασάφηση εισαγωγής μπορεί να αποτελέσει ή όχι αντικείμενο σύστασης για διενέργεια ελέγχου, ανάλογα με το κράτος μέλος. Παραδείγματος χάριν, μια εισαγωγή προϊόντων δεδομένου βάρους (αξίας κάτω από το όριο που χρησιμοποιείται σε κάθε κράτος μέλος):
- δεν θα επιλεγόταν στο κράτος μέλος Β, διότι είναι χαμηλότερη από το όριο βάρους·
- θα μπορούσε να επιλεγεί ή να μην επιλεγεί στα κράτη μέλη Α και Δ, δεδομένου ότι το ποσοστό ελέγχου ποικίλλει ανάλογα με τη διαφορά μεταξύ της δηλωθείσας αξίας και του κατώτατου ορίου, καθώς και ανάλογα με τον εισαγωγέα·
- θα επιλεγόταν στα κράτη μέλη Γ και Ε, διότι η διαχείριση του αντικτύπου δεν χρησιμοποιεί ως κριτήριο το βάρος. Ωστόσο, η πιθανότητα παράκαμψης της σύστασης είναι πολύ μεγαλύτερη σε αυτά τα δύο κράτη μέλη από ό,τι στα άλλα τρία.
Γράφημα 7
Μέτρα διαχείρισης του αντικτύπου που χρησιμοποιούνται στα προφίλ κινδύνου για προϊόντα για τα οποία δηλώνεται δασμολογητέα αξία χαμηλότερη της πραγματικής από συγκεκριμένη χώρα καταγωγής
![]() |
![]() |
||
Κράτος μέλος | Αποκλεισμός συγκεκριμένων οικονομικών φορέων (ή μείωση του ποσοστού ελέγχου) |
Όριο βάρους | Άλλες ποσοστιαίες μειώσεις και παρακάμψεις |
Α | ![]() |
50 kg | Ποσοστά ελέγχων βάσει άλλων δεικτών κινδύνου |
Β | ![]() |
1 000 kg | ά.α. |
Γ | ![]() |
![]() |
Υψηλό επίπεδο παράκαμψης (άνω του 50 %) |
Δ | ![]() |
![]() |
Υψηλότερα ποσοστά ελέγχου σε συγκεκριμένες περιπτώσεις |
E | ![]() |
![]() |
Υψηλό επίπεδο παράκαμψης (συνολικά 25 %) |
Πηγή: ΕΕΣ, βάσει στοιχείων που συγκεντρώθηκαν στα κράτη μέλη.
Η συχνότητα της παράκαμψης συστάσεων, οι αναφερόμενοι λόγοι, η παρακολούθηση και η συνέχεια που δίνεται στις παρακάμψεις διαφέρουν σημαντικά μεταξύ των κρατών μελών στα οποία πραγματοποιήσαμε επίσκεψη. Ο αριθμός των συστάσεων για έλεγχο που παρακάμφθηκαν κυμαινόταν από 1,6 % έως 60 %. Στο γράφημα 8 περιγράφεται ο τρόπος με τον οποίο τα εν λόγω κράτη μέλη διαχειρίζονται την παράκαμψη συστάσεων. Η έλλειψη κανόνων ή προϋποθέσεων για την παράκαμψη συστάσεων παρέχει στα κράτη μέλη πλήρη ελευθερία ως προς το εάν θα διενεργήσουν τους συνιστώμενους ελέγχους. Αποκλίσεις υπάρχουν επίσης μεταξύ των κρατών μελών όσον αφορά τη διαδικασία αιτιολόγησης της παράκαμψης: σε ορισμένα εξ αυτών η παράκαμψη είναι δυνατή μόνον όταν πληρούνται ορισμένες προκαθορισμένες προϋποθέσεις, ενώ άλλα παρέχουν αιτιολόγηση κατά περίπτωση (βλέπε σημείο 29).
Γράφημα 8
Παράκαμψη συστάσεων για τελωνειακούς ελέγχους στα κράτη μέλη στα οποία πραγματοποιήσαμε επίσκεψη
![]() |
![]() |
![]() |
|
Κράτος μέλος | Απαίτηση συμμόρφωσης με προκαθορισμένες προϋποθέσεις | Υποχρέωση καταχώρισης αιτιολόγησης στο σύστημα | Υποχρέωση εξασφάλισης της έγκρισης των ιεραρχικά ανωτέρων |
Α | ![]() |
![]() |
![]() |
Β | ![]() |
![]() |
![]() |
Γ | ![]() |
![]() |
![]() |
Δ | ![]() |
![]() |
![]() |
E | ![]() |
![]() |
![]() |
Πηγή: ΕΕΣ, βάσει στοιχείων που συγκεντρώθηκαν στα κράτη μέλη.
Ο τρόπος με τον οποίο εντοπίζονται και αντιμετωπίζονται οι ενδείξεις κινδύνου διαφέρει μεταξύ των κρατών μελών
53Η εκτελεστική πράξη του ΕΤΚ26προβλέπει τη χρήση ηλεκτρονικού συστήματος για την επικοινωνία μεταξύ των τελωνειακών αρχών, καθώς και μεταξύ των τελωνειακών αρχών και της Επιτροπής, στο πλαίσιο της εφαρμογής κοινών προτύπων και κριτηρίων κινδύνου27. Τα κύρια εργαλεία ΤΠ που χρησιμοποιούνται στη διαχείριση κινδύνων σε επίπεδο ΕΕ είναι το σύστημα διαχείρισης τελωνειακών κινδύνων (CRMS) και το σύστημα πληροφοριών για την καταπολέμηση της απάτης (AFIS). Το CRMS παρέχει τη δυνατότητα ανταλλαγής πληροφοριών σχετικά με τους κινδύνους σε ολόκληρη την ΕΕ μέσω ηλεκτρονικών εντύπων γνωστών ως «RIF». Τα RIF αποστέλλονται είτε από κράτος μέλος είτε από την Επιτροπή (RIF της ΕΕ). Το AFIS είναι το σύστημα στο οποίο η OLAF καταχωρίζει κοινοποιήσεις «αμοιβαίας συνδρομής» (αιτήματα προς τα κράτη μέλη να λάβουν μέτρα για την αντιμετώπιση κινδύνων που εντοπίζονται στο πλαίσιο ερευνών της OLAF). Τα συστήματα αυτά περιέχουν πληροφορίες σχετικά με κινδύνους, που πρέπει να χρησιμοποιούν τα κράτη μέλη στα εθνικά συστήματα ανάλυσης κινδύνου.
54Τα πέντε κράτη μέλη στα οποία πραγματοποιήσαμε επίσκεψη ανέφεραν ότι διαπίστωσαν πως τα RIF των κρατών μελών δεν ήταν πάντοτε επαρκώς σαφή, γεγονός που σημαίνει ότι δεν διευκόλυναν τη δημιουργία προφίλ κινδύνου, και ότι τα εν λόγω RIF συνήθως περιλάμβαναν τόσο επαναλαμβανόμενους όσο και έκτακτους κινδύνους. Επιπλέον, στις απαντήσεις τους στο ερωτηματολόγιό μας, 21 κράτη μέλη (78 %) έκριναν ότι «τυχόν ενδελεχέστερη επεξεργασία των πληροφοριών για τους κινδύνους σε επίπεδο ΕΕ (π.χ. η διενέργεια προκαταρκτικής ανάλυσης από την Επιτροπή των εντύπων RIF που αποστέλλουν τα κράτη μέλη) μπορεί να διευκολύνει την αποδοτικότερη και περισσότερο εναρμονισμένη ανάλυση των κινδύνων».
55Τα κράτη μέλη ερμηνεύουν τις ενδείξεις κινδύνου στις κοινοποιήσεις αμοιβαίας συνδρομής ή στα RIF με διαφορετικούς τρόπους. Παραδείγματος χάριν, τα προφίλ κινδύνου που δημιουργούνται ως απάντηση στις κοινοποιήσεις αμοιβαίας συνδρομής για ορισμένα προϊόντα για τα οποία δηλώνεται δασμολογητέα αξία χαμηλότερη της πραγματικής από συγκεκριμένη χώρα καταγωγής διαφέρουν σημαντικά μεταξύ των κρατών μελών. Σημαντικές αποκλίσεις παρατηρούνται επίσης μεταξύ των προφίλ κινδύνου που δημιουργούν τα διάφορα κράτη μέλη ως απάντηση στα RIF της ΕΕ που καταρτίζονται μετά την ανάλυση δεδομένων στο πλαίσιο του πιλοτικού έργου JAC της Επιτροπής. Ένα μόνον από τα κράτη μέλη στα οποία πραγματοποιήσαμε επίσκεψη έλαβε μέτρα για τη μείωση των ελέγχων στις εισαγωγές με κωδικούς και χώρες καταγωγής που αναφέρονται στα RIF της ΕΕ.
56Το πλαίσιο δεν περιλαμβάνει κανόνες για την εναρμόνιση της τυχαίας επιλογής (βλέπε σημείο 35). Όπως φαίνεται στο γράφημα 9, στα κράτη μέλη στα οποία πραγματοποιήθηκε επίσκεψη, διαπιστώσαμε διαφορετικές προσεγγίσεις. Τα ποσοστά τυχαίας επιλογής (ήτοι το ποσοστό των διασαφήσεων που δεν επιλέχθηκαν με τη χρήση προφίλ κινδύνου, και στη συνέχεια επιλέχθηκαν τυχαία για ελέγχους) διαφέρουν μεταξύ των κρατών μελών (τα ποσοστά αυτά κυμαίνονται από 0,0067 % έως 0,5 % στα κράτη μέλη στα οποία πραγματοποιήθηκε επίσκεψη). Λόγω των διαφορετικών προσεγγίσεων, παραδείγματος χάριν, ένας εγκεκριμένος οικονομικός φορέας είναι 74 φορές πιθανότερο να επιλεγεί για τυχαίο έλεγχο σε ένα από τα κράτη μέλη στα οποία πραγματοποιήθηκε επίσκεψη από ό,τι σε ένα από τα άλλα. Σε δύο κράτη μέλη, σημαντικός αριθμός διασαφήσεων αποκλείεται από τη διαδικασία τυχαίας επιλογής, διότι οι απλουστευμένες διασαφήσεις (βλέπε σημείο 59) δεν υπόκεινται ούτε σε επιλογή βάσει κινδύνου ούτε σε τυχαία επιλογή.
Γράφημα 9
Ποσοστό τυχαίας επιλογής που εφαρμόστηκε το 2019 στα κράτη μέλη στα οποία πραγματοποιήθηκε επίσκεψη
![]() |
![]() |
|||
Κράτος μέλος | Διασαφήσεις στις οποίες εφαρμόζεται ποσοστό | Συμπληρωματικά στοιχεία | ||
Συνήθεις | Απλουστευμένες | Συμπληρωματικές | ||
Α | ![]() |
![]() |
![]() |
Διαφορετικά ποσοστά ανάλογα με το είδος της διασάφησης |
Β | ![]() |
![]() |
![]() |
Κάθε τελωνείο μπορεί να προσαρμόζει το ποσοστό τυχαίας επιλογής |
Γ | Η τυχαία επιλογή διασαφήσεων προς έλεγχο δεν πραγματοποιείται με αυτοματοποιημένο τρόπο | Τα τελωνεία διενεργούν ορισμένους δειγματοληπτικούς ελέγχους βάσει τυχαίου δείγματος | ||
Δ | ![]() |
![]() |
![]() |
Διαφορετικά ποσοστά ανάλογα με το είδος του ελέγχου (φυσικού ή εγγράφων) |
E | ![]() |
![]() |
![]() |
Πηγή: ΕΕΣ, βάσει στοιχείων που συγκεντρώθηκαν στα κράτη μέλη.
Τα κράτη μέλη δεν ανταλλάσσουν συστηματικά μεταξύ τους πληροφορίες σχετικά με τους εισαγωγείς αυξημένης επικινδυνότητας
57Στο σημείο 36 επισημάναμε ότι η υπάρχουσα πλατφόρμα για την ανταλλαγή πληροφοριών με άλλα κράτη μέλη σχετικά με τους εισαγωγείς αυξημένης επικινδυνότητας δεν ανταποκρίνεται επαρκώς στις ανάγκες. Διαπιστώσαμε επίσης ότι τα κράτη μέλη στα οποία πραγματοποιήθηκε επίσκεψη δεν αντάλλασσαν συστηματικά με τα άλλα κράτη μέλη πληροφορίες σχετικά με τους εν λόγω εισαγωγείς στο πλαίσιο της διαχείρισης των κινδύνων.
58Επιπλέον, τα κράτη μέλη χρησιμοποιούν διαφορετικές μεθόδους για τον χαρακτηρισμό των εισαγωγέων ως οικονομικών φορέων ενδιαφέροντος, και οι τρόποι με τους οποίους χρησιμοποιούν αυτές τις πληροφορίες στα προφίλ κινδύνου τους ποικίλλουν. Ορισμένα κράτη μέλη έχουν καταρτίσει κατάσταση των οικονομικών φορέων ενδιαφέροντος, η οποία χρησιμοποιείται σε διάφορα προφίλ κινδύνου για την αύξηση των ελέγχων στους εν λόγω εμπόρους. Άλλα κράτη μέλη προσδιορίζουν άμεσα σε κάθε επιμέρους προφίλ κινδύνου ποιοι έμποροι θα πρέπει να υπόκεινται σε περισσότερους (ή λιγότερους) ελέγχους. Επίσης, τα κράτη μέλη ορίζουν και προσδιορίζουν τους οικονομικούς φορείς ενδιαφέροντος με διαφορετικούς τρόπους. Σε ορισμένα αυτό γίνεται κατά περίπτωση, ενώ άλλα χρησιμοποιούν μια αυτοματοποιημένη διαδικασία.
Δεν υποβάλλουν όλα τα κράτη μέλη το σύνολο των (συνήθων και απλουστευμένων) διασαφήσεων σε αυτοματοποιημένη ανάλυση κινδύνου
59Τα εμπορεύματα προσκομίζονται στο τελωνείο βάσει τυποποιημένης διασάφησης, η οποία περιλαμβάνει όλα τα στοιχεία που απαιτούνται από τη νομοθεσία. Ωστόσο, ορισμένοι εισαγωγείς επωφελούνται από ένα σύστημα απλουστευμένων διασαφήσεων, το οποίο τους επιτρέπει να παραλείπουν ορισμένα στοιχεία ή έγγραφα ή, σε ορισμένες περιπτώσεις, να καταχωρίζουν απλώς την εισαγωγή στα οικονομικά αρχεία τους. Στις περιπτώσεις αυτές, ο εισαγωγέας οφείλει να υποβάλει συμπληρωματική διασάφηση, εντός καθορισμένης προθεσμίας, η οποία να περιλαμβάνει όλα τα στοιχεία που απαιτούνται στη συνήθη διασάφηση. Στα κράτη μέλη στα οποία πραγματοποιήθηκε επίσκεψη, οι απλουστευμένες διασαφήσεις αντιστοιχούσαν σε ποσοστό μεταξύ 25 % και 95 % του συνόλου των υποβληθεισών διασαφήσεων.
60Δύο από αυτά δεν υποβάλλουν ούτε τις απλουστευμένες διασαφήσεις ούτε τις σχετικές συμπληρωματικές διασαφήσεις σε αυτοματοποιημένη ανάλυση κινδύνου, χρησιμοποιώντας τα προφίλ κινδύνου που βασίζονται στην απόφαση FRC. Η πρακτική αυτή δεν συνάδει με τα οριζόμενα στην απόφαση και σημαίνει ότι το πλαίσιο για την αυτοματοποιημένη ανάλυση κινδύνου αποκλείει εντελώς σημαντικό αριθμό εισαγωγών. Τα άλλα τρία κράτη μέλη εφαρμόζουν προφίλ κινδύνου τουλάχιστον στις συμπληρωματικές διασαφήσεις. Στο γράφημα 10 παρουσιάζεται ο τρόπος με τον οποίο τα κράτη μέλη στα οποία πραγματοποιήσαμε επίσκεψη εφαρμόζουν αυτοματοποιημένη ανάλυση κινδύνου στις απλουστευμένες και τις συμπληρωματικές διασαφήσεις.
Γράφημα 10
Πώς τα κράτη μέλη στα οποία πραγματοποιήθηκε επίσκεψη εφαρμόζουν την αυτοματοποιημένη ανάλυση κινδύνου στις απλουστευμένες και τις συμπληρωματικές διασαφήσεις
![]() |
![]() |
![]() |
Κράτος μέλος | Αυτοματοποιημένη ανάλυση κινδύνου | |
Εφαρμόζεται στις απλουστευμένες διασαφήσεις | Εφαρμόζεται στις συμπληρωματικές διασαφήσεις | |
Α | ![]() |
![]() |
Β | ![]() |
![]() |
Γ | ![]() |
![]() |
Δ | ![]() |
![]() |
E | ![]() |
![]() |
Πηγή: ΕΕΣ, βάσει των στοιχείων που συγκεντρώθηκαν στα κράτη μέλη.
Σε ένα από τα κράτη μέλη στα οποία πραγματοποιήσαμε επίσκεψη, μας δόθηκε η δυνατότητα να αναλύσουμε τις πληροφορίες που περιλαμβάνονταν στις διασαφήσεις εισαγωγής για επιλεγμένα προϊόντα, στο πλαίσιο τόσο των συνήθων όσο και των απλουστευμένων διαδικασιών. Το παράδειγμα στο πλαίσιο 5 καταδεικνύει ότι η μη υποβολή των απλουστευμένων διασαφήσεων σε αυτοματοποιημένη ανάλυση κινδύνου ενέχει τον κίνδυνο μείωσης των τελωνειακών δασμών που εισπράττονται σε ορισμένα κράτη μέλη.
Πλαίσιο 5
Ο κίνδυνος της δήλωσης δασμολογητέας αξίας χαμηλότερης της πραγματικής στις απλουστευμένες διασαφήσεις
Σε ένα κράτος μέλος στο οποίο πραγματοποιήσαμε επίσκεψη, οι συνήθεις και οι απλουστευμένες τελωνειακές διασαφήσεις κατατίθενται σε δύο χωριστά συστήματα ΤΠ. Αναλύσαμε τις εισαγωγές τεσσάρων ειδών εμπορευμάτων που παράγονται σε συγκεκριμένη χώρα και καταχωρίστηκαν στα δύο αυτά συστήματα την περίοδο Ιουλίου-Αυγούστου 2019 και διαπιστώσαμε ότι, για δύο από αυτά, η δηλωθείσα αξία ανά χιλιόγραμμο εισαγόμενων εμπορευμάτων ήταν συστηματικά χαμηλότερη στην περίπτωση των απλουστευμένων διασαφήσεων από ό,τι στην περίπτωση των συνήθων. Στην περίπτωση των απλουστευμένων διασαφήσεων, οι τιμές των εισαγόμενων εμπορευμάτων ομαδοποιούνταν (βλέπε εικόνα κατωτέρω) κάτω από τις εκτιμώμενες «δίκαιες» τιμές (ήτοι τις τιμές κάτω από τις οποίες υπάρχει κίνδυνος δασμολογητέας αξίας χαμηλότερης της πραγματικής και οι διασαφήσεις πρέπει να επιλέγονται για έλεγχο).
Από τα διαγράμματα που ακολουθούν γίνεται εμφανής η εντυπωσιακή διαφορά στην κατανομή της δηλωθείσας αξίας/kg για μία κατηγορία προϊόντων ανάλογα με το είδος της διασάφησης. Εάν στην προκειμένη περίπτωση εφαρμοζόταν η μεθοδολογία για τον εντοπισμό του κινδύνου δήλωσης δασμολογητέας αξίας χαμηλότερης της πραγματικής, θα έπρεπε να επιλεγούν για έλεγχο περίπου τα δύο τρίτα των απλουστευμένων διασαφήσεων. Ωστόσο, καθώς το κράτος μέλος δεν υποβάλλει τις απλουστευμένες διασαφήσεις σε αυτοματοποιημένη ανάλυση κινδύνου, το σύστημά του δεν τις επισημαίνει για έλεγχο.
Σημείωση: Δεδομένου ότι οι τιμές του βάρους από το σύστημα ΤΠ για τις απλουστευμένες διασαφήσεις στρογγυλοποιούνται στο πλησιέστερο χιλιόγραμμο, εξαιρέσαμε από την εν προκειμένω ανάλυση διασαφήσεις κάτω από ένα προκαθορισμένο βάρος, κάτι που θα μπορούσε να εγκυμονεί τεχνητό κίνδυνο δήλωσης χαμηλότερης δασμολογητέας αξίας.
Συμπεράσματα και συστάσεις
62Στο πλαίσιο του ελέγχου αναλύθηκε κατά πόσο το πλαίσιο διαχείρισης κινδύνων (που βασίζεται στην απόφαση FRC και τη συμπληρωματική καθοδήγηση) που ανέπτυξε η Επιτροπή, σε συνεργασία με τα κράτη μέλη, διασφαλίζει την ενιαία εφαρμογή των τελωνειακών ελέγχων για την προστασία των οικονομικών συμφερόντων της ΕΕ. Η εφαρμογή της απόφασης FRC και της συναφούς καθοδήγησης συνιστά σημαντικό βήμα προς τη διενέργεια των τελωνειακών ελέγχων κατά ενιαίο τρόπο. Ωστόσο, καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι το πλαίσιο δεν διασφαλίζει την επαρκή εναρμόνιση της επιλογής των ελέγχων για την προστασία των οικονομικών συμφερόντων της ΕΕ. Αυτό οφείλεται κυρίως σε αδυναμίες στον σχεδιασμό του, οι οποίες επιτρέπουν στα κράτη μέλη μεγάλες διαφοροποιήσεις στην εφαρμογή του, με αποτέλεσμα οι οικονομικοί φορείς που δεν συμμορφώνονται με τη νομοθεσία να έχουν τη δυνατότητα να επιλέγουν σημεία εισόδου στην ΕΕ με χαμηλότερα επίπεδα ελέγχων.
63Ενδέχεται να μην προτεραιοποιούνται καταλλήλως οι εισαγωγές που παρουσιάζουν υψηλότερη επικινδυνότητα για τα οικονομικά συμφέροντα της ΕΕ (βλέπε σημείο 21). Η απόφαση FRC δεν είναι επαρκώς λεπτομερής, δεν περιλαμβάνει όλες τις απαιτήσεις του ΕΤΚ και παραχωρεί στα κράτη μέλη υπερβολική διακριτική ευχέρεια κατά την εφαρμογή της, μεταξύ άλλων όσον αφορά τους τρόπους μείωσης του αριθμού των ελέγχων. Το έγγραφο καθοδήγησης δεν είναι νομικά δεσμευτικό και δεν περιλαμβάνει σαφείς και ακριβείς οδηγίες για συγκεκριμένα ζητήματα (βλέπε σημεία 22-29 και 35). Δεν υπάρχουν πλατφόρμες ή βάσεις δεδομένων σε επίπεδο ΕΕ για τη συστηματική ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με τους εισαγωγείς αυξημένης επικινδυνότητας (βλέπε σημείο 36). Το πλαίσιο δεν συνοδεύεται από κατάλληλα εργαλεία για την αντιμετώπιση των κινδύνων που συνδέονται με το ηλεκτρονικό εμπόριο (βλέπε σημείο 37). Οι υφιστάμενες ρυθμίσεις για την παρακολούθηση και την επανεξέταση δεν είναι επαρκείς (βλέπε σημεία 38-45). Οι ενδείξεις κινδύνου που καταγράφει η ΕΕ δεν συνοδεύονται πάντοτε από σαφείς οδηγίες προς τα κράτη μέλη, προς χρήση κατά την κατάρτιση των προφίλ κινδύνου (βλέπε σημεία 53-56). Σε ορισμένα από αυτά, σημαντικός αριθμός ενωσιακών εισαγωγών δεν υπόκειται σε αυτοματοποιημένη ανάλυση κινδύνου (βλέπε σημεία 59-61).
Σύσταση 1 – Να ενισχυθεί η ενιαία εφαρμογή των τελωνειακών ελέγχωνΗ Επιτροπή πρέπει να ενθαρρύνει την ενιαία εφαρμογή των τελωνειακών ελέγχων, λαμβάνοντας τα μέτρα που απαριθμούνται κατωτέρω, με τη στήριξη και, κατά περίπτωση, την έγκριση των κρατών μελών:
- ενισχύοντας τους κανόνες που επιβάλλονται στα κράτη μέλη, με τους εξής, ενδεικτικά, τρόπους: συμπληρώνοντας το πλαίσιο με οδηγίες και λεπτομερή στοιχεία, μεταξύ άλλων σχετικά με τις διαδικασίες και τα κριτήρια που θα πρέπει να εφαρμόζουν τα κράτη μέλη όταν μειώνουν τον αριθμό των ελέγχων (μεταξύ άλλων, όταν παρακάμπτουν συστάσεις για έλεγχο επιλεγμένων εισαγωγών), σχετικά με τον τρόπο εφαρμογής του πλαισίου στους εκ των υστέρων ελέγχους και σχετικά με τον τρόπο εφαρμογής της τυχαίας επιλογής· επίσης, μεταφέροντας στην απόφαση FRC ορισμένους από τους κανόνες που περιέχονται επί του παρόντος στο έγγραφο καθοδήγησης·
- ενσωματώνοντας διατάξεις στην απόφαση FRC, καθώς και κανόνες στο έγγραφο καθοδήγησης, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι λαμβάνονται δεόντως υπόψη οι κίνδυνοι που σχετίζονται με τις εισαγωγές στο πλαίσιο του ηλεκτρονικού εμπορίου·
- βελτιώνοντας την ποιότητα των ενδείξεων κινδύνου, ιδίως με τους εξής τρόπους: απαιτώντας τα RIF που καταρτίζουν τα κράτη μέλη να περιέχουν σαφέστερες και ακριβέστερες πληροφορίες, διασφαλίζοντας την παροχή λεπτομερών οδηγιών σχετικά με τον τρόπο χρήσης των RIF της ΕΕ και των κοινοποιήσεων αμοιβαίας συνδρομής και παρακολουθώντας τη συνέχεια που δίνεται στα RIF, συμπεριλαμβανομένης της απαίτησης υποβολής ανατροφοδότησης από τα κράτη μέλη·
- αξιολογώντας τον βαθμό στον οποίο τα προφίλ κινδύνου που καταρτίζουν τα κράτη μέλη καλύπτουν διάφορα είδη διασαφήσεων (συνήθεις και απλουστευμένες) και διασφαλίζοντας την κάλυψη τυχόν κενών με τον κατάλληλο τρόπο·
- αναπτύσσοντας, υλοποιώντας και συντηρώντας βάσεις δεδομένων κινδύνου σε πανευρωπαϊκό επίπεδο, για χρήση από τα κράτη μέλη, όπως καταστάσεις οικονομικών φορέων ενδιαφέροντος·
- προβλέποντας άρτιες ρυθμίσεις για την παρακολούθηση και την επανεξέταση της εφαρμογής του πλαισίου από τα κράτη μέλη.
Χρονοδιάγραμμα για την υλοποίηση της σύστασης: 2022
64Δεν πραγματοποιείται κατάλληλη ανάλυση των χρηματοοικονομικών τελωνειακών κινδύνων σε επίπεδο ΕΕ, με βάση στοιχεία από το σύνολο των εισαγωγών της ΕΕ (βλέπε 30-34). Το ισχύον πλαίσιο καθορίζει γενικά κριτήρια και δείκτες που πρέπει να εφαρμόζουν τα κράτη μέλη κατά την ανάλυση κινδύνου, αλλά επαφίεται σε αυτά η κατάρτιση λεπτομερών προφίλ κινδύνου για την επιλογή των εισαγωγών που θα υποβάλλονται σε ελέγχους. Το πλαίσιο δεν προβλέπει ολοκληρωμένη προσέγγιση για τη διαχείριση των χρηματοοικονομικών κινδύνων σε επίπεδο ΕΕ. Δεν έχει μεταβάλει επαρκώς τις διαδικασίες των κρατών μελών ώστε να προστατεύονται δεόντως τα οικονομικά συμφέροντα της ΕΕ (βλέπε σημεία 46-52).
Σύσταση 2 – Να αναπτυχθεί και να υλοποιηθεί ολοκληρωμένη ικανότητα ανάλυσης και συντονισμού σε επίπεδο ΕΕΗ Επιτροπή πρέπει να δημιουργήσει μια κεντρική υπηρεσία σε επίπεδο ΕΕ για την καλύτερη καθοδήγηση των συνολικών προσπαθειών στον τομέα των τελωνειακών ελέγχων. Η υπηρεσία αυτή θα πρέπει να συγκεντρώνει την εμπειρογνωσία της Επιτροπής και των κρατών μελών, προκειμένου να αναλύονται οι κύριοι χρηματοοικονομικοί κίνδυνοι στον τομέα των τελωνείων και να προσδιορίζονται οι καλύτεροι τρόποι για την αντιμετώπισή τους.
Η Επιτροπή πρέπει να αναλύσει πώς αυτό μπορεί να γίνει με αποτελεσματικό και βιώσιμο τρόπο. Πιθανά σενάρια θα μπορούσαν να είναι τα εξής: η ανάθεση περισσότερων αρμοδιοτήτων στις υφιστάμενες ομάδες εργασίας για τα τελωνεία, η δημιουργία ειδικής υπηρεσίας στους κόλπους μιας ΓΔ (ή μιας διυπηρεσιακής δομής μεταξύ της ΓΔ TAXUD, της ΓΔ BUDG και της OLAF) ή η δημιουργία ειδικού οργανισμού της ΕΕ.
Ο ρόλος της κεντρικής υπηρεσίας πρέπει να περιλαμβάνει:
- τον καθορισμό, παραδείγματος χάριν από την άποψη της σημαντικότητας, των κινδύνων που πρέπει να υπόκεινται σε ολοκληρωμένη προσέγγιση (κίνδυνοι που αφορούν την ΕΕ) και, σε συνεργασία με τα κράτη μέλη, τη διασφάλιση της κατάλληλης αντιμετώπισης των εν λόγω κινδύνων·
- την ανάπτυξη και εφαρμογή αποτελεσματικών ικανοτήτων εξόρυξης δεδομένων για τη διενέργεια ανάλυσης δεδομένων σε επίπεδο ΕΕ και τον εντοπισμό των κινδύνων που σχετίζονται με την ΕΕ·
- τη διερεύνηση τρόπων ανάπτυξης εργαλείων ΤΠ για τη διαχείριση των κινδύνων, συμβατών με τα συστήματα εισαγωγών και διαχείρισης κινδύνων των κρατών μελών, ώστε να καταστεί δυνατή η άμεση και αυτόματη εφαρμογή των συστάσεων ελέγχου σε σχέση με τους κινδύνους που αφορούν την ΕΕ.
Χρονοδιάγραμμα για την υλοποίηση της σύστασης: 2023
Η παρούσα έκθεση εγκρίθηκε από το Τμήμα V, του οποίου προεδρεύει ο Tony Murphy, Μέλος του Ελεγκτικού Συνεδρίου, στο Λουξεμβούργο, στις 23 Φεβρουαρίου 2021.
Για το Ελεγκτικό Συνέδριο

Klaus-Heiner Lehne
Πρόεδρος
Aκρωνύμια και συντομογραφίες
ΑΕΕ: Ακαθάριστο Εθνικό Εισόδημα
Απόφαση FRC: Εκτελεστική απόφαση για τον καθορισμό κοινών κριτηρίων και προτύπων κινδύνου για τους χρηματοοικονομικούς κινδύνους
ΓΔ BUDG: Γενική Διεύθυνση Προϋπολογισμού
ΓΔ TAXUD: Γενική Διεύθυνση Φορολογίας και Τελωνειακής Ένωσης
ΕΕ: Ευρωπαϊκή Ένωση
ΕΕΣ: Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο
ΕΤΚ: Ενωσιακός τελωνειακός κώδικας
ΚΤΚ: Κοινοτικός Τελωνειακός Κώδικας
ΠΙΠ: Παραδοσιακοί ίδιοι πόροι
ΠΟΤ: Παγκόσμιος Οργανισμός Τελωνείων
ΣΛΕΕ: Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης
ΤΠ: Τεχνολογία πληροφοριών
ΦΠΑ: Φόρος Προστιθέμενης Αξίας
AFIS: Σύστημα πληροφοριών για την καταπολέμηση της απάτης (Anti-Fraud Information System)
Comext: Βάση στατιστικών δεδομένων της Eurostat για το εξωτερικό εμπόριο
CRMS: Σύστημα διαχείρισης τελωνειακών κινδύνων (Customs Risk Management System)
ETE: Επιδόσεις της τελωνειακής ένωσης
ISO: Διεθνής Οργανισμός Τυποποίησης (International Organisation for Standardization)
JAC: Κοινή ικανότητα ανάλυσης (Joint Analysis Capacity)
OLAF: Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης
RIF: Έντυπο πληροφοριών για τους κινδύνους (Risk information form)
Γλωσσάριο
Διαχείριση κινδύνων: Συστηματικός εντοπισμός κινδύνων και λήψη μέτρων για τον μετριασμό ή την εξάλειψή τους ή για τη μείωση του αντικτύπου τους.
Εγκεκριμένος οικονομικός φορέας: Πρόσωπο ή εταιρεία αναγνωρισμένης αξιοπιστίας που, ως εκ τούτου, δικαιούται να απολαμβάνει οφέλη στο πλαίσιο τελωνειακών επιχειρήσεων.
Έλλειμμα τελωνειακών δασμών: Η διαφορά μεταξύ των εισαγωγικών δασμών που αναμένονται για το σύνολο της οικονομίας και αυτών που εισπράττονται στην πράξη.
Ένδειξη κινδύνου: Πληροφορίες σχετικά με δυνητικό κίνδυνο που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τη δημιουργία προφίλ κινδύνου.
Προφίλ κινδύνου: Συνδυασμός κριτηρίων κινδύνου που συμβάλλουν στον εντοπισμό τελωνειακών διασαφήσεων αυξημένου κινδύνου που πρέπει εξετάζονται προς υποβολή σε τελωνειακούς ελέγχους.
Τελωνειακή διασάφηση: Επίσημο έγγραφο που παρέχει λεπτομερή στοιχεία για εμπορεύματα που παρουσιάζονται για εισαγωγή, εξαγωγή ή άλλο τελωνειακό καθεστώς.
Τελωνειακή ένωση: Το αποτέλεσμα συμφωνίας μεταξύ ομάδας χωρών να πραγματοποιούν ελεύθερα συναλλαγές μεταξύ τους, εφαρμόζοντας κοινό δασμολόγιο στις εισαγωγές από τρίτες χώρες.
Τελωνειακοί έλεγχοι: Διαδικασία που αποσκοπεί στον έλεγχο της συμμόρφωσης με τους τελωνειακούς κανόνες της ΕΕ και τη λοιπή σχετική νομοθεσία.
Κλιμάκιο ελέγχου
Οι ειδικές εκθέσεις του ΕΕΣ παρουσιάζουν τα αποτελέσματα των ελέγχων που αυτό διενεργεί επί των πολιτικών και προγραμμάτων της ΕΕ ή επί διαχειριστικών θεμάτων που αφορούν συγκεκριμένους τομείς του προϋπολογισμού. Το ΕΕΣ επιλέγει και σχεδιάζει τα εν λόγω ελεγκτικά έργα κατά τρόπον ώστε αυτά να αποφέρουν τον μέγιστο αντίκτυπο, λαμβανομένων υπόψη των κινδύνων για τις επιδόσεις ή για τη συμμόρφωση, του επιπέδου των σχετικών εσόδων ή δαπανών, των επικείμενων εξελίξεων και του πολιτικού και δημόσιου συμφέροντος.
Ο εν προκειμένω έλεγχος επιδόσεων διενεργήθηκε από το Τμήμα Ελέγχου V (Χρηματοδότηση και διοίκηση της Ένωσης), του οποίου προεδρεύει ο Tony Murphy, Μέλος του ΕΕΣ. Επικεφαλής του ελέγχου ήταν o Jan Gregor, Μέλος του ΕΕΣ, συνεπικουρούμενος από τους Werner Vlasselaer, προϊστάμενο του ιδιαίτερου γραφείου του, Bernard Moya, σύμβουλο στο ιδιαίτερο γραφείο του, Alberto Gasperoni, ανώτερο διοικητικό στέλεχος, José Parente, υπεύθυνο έργου, και Diana Voinea και Csaba Hatvani, ελεγκτές. Γλωσσική υποστήριξη παρείχε ο Michael Pyper.

Παραπομπές
1 Άρθρο 3 της ενοποιημένης έκδοσης της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ) (ΕΕ C 202 της 7.6.2016, σ. 47).
2 Άρθρο 291 ΣΛΕΕ.
3 Πηγή: Eurostat, https://ec.europa.eu/eurostat/statistics-explained/index.php/International_trade_in_goods.
4 Βλέπε την ειδική έκθεση 19/2017, με τίτλο «Διαδικασίες εισαγωγής: οι αδυναμίες του νομικού πλαισίου και η αναποτελεσματική εφαρμογή έχουν αντίκτυπο στα οικονομικά συμφέροντα της ΕΕ», σημεία 29‑32.
5 Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 952/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Οκτωβρίου 2013, για τη θέσπιση του ενωσιακού τελωνειακού κώδικα (αναδιατύπωση) (ΕΕ L 269 της 10.10.2013, σ. 1) (κανονισμός ΕΤΚ).
6 Άρθρο 5, παράγραφος 7.
7 «Risk Management Compendium» του ΠΟΤ, σ. 15.
8 Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 2913/92 του Συμβουλίου, της 12ης Οκτωβρίου 1992, περί θεσπίσεως κοινοτικού τελωνειακού κώδικα (ΕΕ L 302 της 19.10.1992, σ. 1‑50).
9 Βλέπε ετήσιες εκθέσεις για τα οικονομικά έτη 2014 και 2015, σημεία 4.20 και 4.15 αντίστοιχα.
10 Ειδική έκθεση 23/2016, με τίτλο «Θαλάσσιες μεταφορές στην ΕΕ: πλέοντας χωρίς πυξίδα - εν πολλοίς αναποτελεσματικές και μη βιώσιμες επενδύσεις», σημείο 113.
11 Βλέπε την ειδική έκθεση 19/2017, με τίτλο «Διαδικασίες εισαγωγής: οι αδυναμίες του νομικού πλαισίου και η αναποτελεσματική εφαρμογή έχουν αντίκτυπο στα οικονομικά συμφέροντα της ΕΕ», σημείο 148.
12 Βλέπε την μελέτη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου: Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, Γενική Διεύθυνση Εσωτερικών Πολιτικών, «From Shadow to Formal Economy: Levelling the Playing field in the Single Market», 2013.
13 Βλέπε την ειδική έκθεση 19/2017, με τίτλο «Διαδικασίες εισαγωγής: οι αδυναμίες του νομικού πλαισίου και η αναποτελεσματική εφαρμογή έχουν αντίκτυπο στα οικονομικά συμφέροντα της ΕΕ».
14 Εκτελεστική απόφαση της Επιτροπής, της 31ης Μαΐου 2018, για τη θέσπιση μέτρων για την ενιαία εφαρμογή των τελωνειακών ελέγχων μέσω του καθορισμού κοινών κριτηρίων και προτύπων δημοσιονομικού κινδύνου σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 952/2013 για τη θέσπιση του ενωσιακού τελωνειακού κώδικα, όσον αφορά τα εμπορεύματα που αποτελούν αντικείμενο διασάφησης για θέση σε ελεύθερη κυκλοφορία.
15 Βλέπε την έκθεση της Επιτροπής στο Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο με τίτλο «Second Progress Report on the implementation of the EU Strategy and Action Plan for customs risk management» της 20ής Ιουλίου 2018.
16 Πολιτικές κατευθύνσεις για την επόμενη Ευρωπαϊκή Επιτροπή 2019‑2024.
17 «Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή – Μετάβαση της τελωνειακής ένωσης στο επόμενο στάδιο: σχέδιο δράσης», COM(2020)581 final της 28.9.2020.
18 «Risk Management Compendium» του ΠΟΤ.
19 Άρθρο 46, παράγραφος 7.
20 Παράρτημα 4 του τόμου 1 της συλλογής πρακτικών διαχείρισης τελωνειακών κινδύνων του ΠΟΤ.
21 ISO 31000: 2018 «Διαχείριση της διακινδύνευσης - Αρχές και κατευθυντήριες οδηγίες», σ. 3.
22 Ετήσια έκθεση του ΕΕΣ για το 2017, σημείο 4.23, σύσταση 1.
23 Βλέπε «Risk Management Compendium» του ΠΟΤ και άρθρο 5, παράγραφος 25, του ΕΤΚ.
24 Πρόσφατα δημοσιεύσαμε έκθεση σχετικά με τις προκλήσεις που θέτει το ηλεκτρονικό εμπόριο. Πρόκειται για την ειδική έκθεση 12/2019, με τίτλο «Ηλεκτρονικό εμπόριο: πολλές από τις προκλήσεις που σχετίζονται με την είσπραξη του ΦΠΑ και των τελωνειακών δεσμών δεν έχουν αντιμετωπιστεί».
25 Έκθεση 7/2017 του Δεκεμβρίου 2017, με τίτλο «Rigsrevisionens beretning om SKATs kontrol og vejledning på toldområdet» (έκθεση του εθνικού ανώτατου οργάνου ελέγχου σχετικά με τον έλεγχο και την καθοδήγηση της δανικής φορολογικής αρχής στον τελωνειακό τομέα).
26 Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2015/2447 της Επιτροπής, της 24ης Νοεμβρίου 2015, για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής ορισμένων διατάξεων του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 952/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση του ενωσιακού τελωνειακού κώδικα (ΕΕ L 343 της 29.12.2015, σ. 558–893).
27 Ό.π., άρθρο 36.
Χρονοδιάγραμμα
Στάδιο | Ημερομηνία |
---|---|
Έγκριση του υπομνήματος σχεδιασμού του ελέγχου / Έναρξη του ελέγχου | 24.9.2019 |
Επίσημη διαβίβαση του σχεδίου έκθεσης στην Επιτροπή (ή σε άλλον ελεγχόμενο) | 23.12.2020 |
Έγκριση της οριστικής έκθεσης μετά τη διαδικασία εκατέρωθεν ακρόασης | 23.2.2021 |
Παραλαβή των επίσημων απαντήσεων της Επιτροπής (και άλλου ελεγχομένου) σε όλες τις γλώσσες | 15.3.2021 |
Επικοινωνία
ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΕΛΕΓΚΤΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ
12, rue Alcide De Gasperi
1615 Luxembourg
ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ
Τηλ:. +352 4398-1
Πληροφορίες: eca.europa.eu/el/Pages/ContactForm.aspx
Ιστότοπος: eca.europa.eu
Twitter: @EUAuditors
Περισσότερες πληροφορίες για την Ευρωπαϊκή Ένωση παρέχονται από το διαδίκτυο (https://europa.eu/european-union/index_el).
Λουξεμβούργο: Υπηρεσία Εκδόσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, 2021
ISBN 978-92-847-5777-0 | ISSN 1977-5660 | doi:10.2865/460 | QJ-AB-21-005-EL-N | |
HTML | ISBN 978-92-847-5761-9 | ISSN 1977-5660 | doi:10.2865/207980 | QJ-AB-21-005-EL-Q |
ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΩΣ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΙΔΙΟΚΤΗΣΙΑ
© Ευρωπαϊκή Ένωση, 2021.
Η πολιτική για την περαιτέρω χρήση εγγράφων του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου (ΕΕΣ) εφαρμόζεται δυνάμει της απόφασης αριθ. 6‑2019 του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου για την πολιτική ανοικτών δεδομένων και την περαιτέρω χρήση εγγράφων.
Με εξαίρεση τις περιπτώσεις όπου ορίζεται διαφορετικά (π.χ. σε χωριστές ανακοινώσεις περί πνευματικής ιδιοκτησίας), το περιεχόμενο του ΕΕΣ που ανήκει στην ΕΕ παραχωρείται βάσει της άδειας Creative Commons Attribution 4.0 International (CC BY 4.0). Αυτό σημαίνει ότι επιτρέπεται η περαιτέρω χρήση, υπό τον όρο ότι αναφέρεται η πηγή και επισημαίνονται οι αλλαγές. Απαγορεύεται η διαστρέβλωση του αρχικού νοήματος ή μηνύματος των εγγράφων από τον περαιτέρω χρήστη. Το ΕΕΣ δεν φέρει ευθύνη για οποιαδήποτε συνέπεια προερχόμενη από την περαιτέρω χρήση εγγράφων.
Εάν συγκεκριμένο περιεχόμενο αναφέρεται σε ταυτοποιήσιμα φυσικά πρόσωπα, π.χ. φωτογραφίες υπαλλήλων του ΕΕΣ, ή περιλαμβάνει έργα τρίτων, υποχρεούστε να μεριμνήσετε για την απόκτηση των αναγκαίων δικαιωμάτων. Όταν λαμβάνεται έγκριση, η έγκριση αυτή ακυρώνει την ανωτέρω γενική έγκριση και αναφέρει σαφώς τυχόν περιορισμούς στην χρήση.
Για τη χρήση ή την αναπαραγωγή περιεχομένου που δεν ανήκει στην ΕΕ, μπορεί να χρειάζεται να ζητήσετε άδεια απευθείας από τους κατόχους των δικαιωμάτων.
Το λογισμικό ή τα έγγραφα που καλύπτονται από δικαιώματα βιομηχανικής ιδιοκτησίας, όπως τα διπλώματα ευρεσιτεχνίας, τα εμπορικά σήματα, τα καταχωρισμένα σχέδια, οι λογότυποι και οι επωνυμίες/ονομασίες, εξαιρούνται από την πολιτική του ΕΕΣ για την περαιτέρω χρήση και δεν σας παρέχεται σχετική άδεια.
Η «οικογένεια» των ιστοτόπων των θεσμικών οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στον τομέα europa.eu, παρέχει συνδέσμους προς ιστοτόπους τρίτων. Δεδομένου ότι το ΕΕΣ δεν τους ελέγχει, σας συνιστούμε να εξετάζετε τις πολιτικές τους για την προστασία του ιδιωτικού απορρήτου και της πνευματικής ιδιοκτησίας.
Χρήση του λογοτύπου του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου
Δεν επιτρέπεται η χρήση του λογοτύπου του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου χωρίς την προηγούμενη σύμφωνη γνώμη του οργάνου.
Επικοινωνήστε με την ΕΕ
Αυτοπροσώπως
Σε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση υπάρχουν εκατοντάδες κέντρα πληροφόρησης Europe Direct. Μπορείτε να βρείτε τη διεύθυνση του πλησιέστερου σε σας κέντρου στον ιστότοπο Europa: https://europa.eu/european-union/contact_el
Τηλεφωνικά ή μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου
Η Europe Direct είναι μια υπηρεσία που απαντά στις ερωτήσεις σας για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Μπορείτε να επικοινωνήσετε με αυτή την υπηρεσία:
- καλώντας ατελώς τον αριθμό 00 800 6 7 8 9 10 11 (ορισμένα δίκτυα τηλεφωνίας ενδέχεται να χρεώνουν τις κλήσεις αυτές),
- καλώντας τον αριθμό +32 22999696 ή
- μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου από τον ιστότοπο Europa: https://europa.eu/european-union/contact_el
Βρείτε πληροφορίες σχετικά με την ΕΕ
Στο διαδίκτυο
Πληροφορίες για την Ευρωπαϊκή Ένωση σε όλες τις επίσημες γλώσσες της ΕΕ είναι διαθέσιμες στον ιστότοπο Europa: https://europa.eu/european-union/index_el
Στις εκδόσεις της ΕΕ
Μπορείτε να καταφορτώσετε ή να παραγγείλετε δωρεάν και επί πληρωμή εκδόσεις της ΕΕ στην ακόλουθη διεύθυνση: https://op.europa.eu/el/publications. Μπορείτε να ζητήσετε πολλαπλά αντίγραφα δωρεάν εκδόσεων επικοινωνώντας με την υπηρεσία Europe Direct ή με το τοπικό σας κέντρο πληροφόρησης (βλ. https://europa.eu/european-union/contact_el).
Στη νομοθεσία της ΕΕ και σε σχετικά έγγραφα
Για πρόσβαση σε νομικές πληροφορίες της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένου του συνόλου της ενωσιακής νομοθεσίας από το 1952 σε όλες τις επίσημες γλώσσες, μεταβείτε στον ιστότοπο EUR-Lex, στην ακόλουθη διεύθυνση: http://eur-lex.europa.eu
Στα δημόσια δεδομένα από την ΕΕ
Η Πύλη Δημόσιων Δεδομένων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (http://data.europa.eu/euodp/el) παρέχει πρόσβαση σε σύνολα δεδομένων από την ΕΕ. Τα δεδομένα μπορούν να καταφορτωθούν και να επαναχρησιμοποιηθούν δωρεάν, τόσο για εμπορικούς όσο και για μη εμπορικούς σκοπούς.